Ο πόλεμος στην Ουκρανία, που πλησιάζει τα τέσσερα χρόνια, φέρνει στο προσκήνιο πρωτοφανείς διπλωματικές ζυμώσεις και αναδεικνύει την εύθραυστη ισορροπία στην παγκόσμια σκηνή. Η πρόσφατη συνάντηση του Ντόναλντ Τραμπ με τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι και Ευρωπαίους ηγέτες στην Ουάσιγκτον, αν και παρουσιάστηκε ως βήμα προς την ειρήνη, αφήνει πίσω της περισσότερα ερωτήματα παρά απαντήσεις, ειδικά όσον αφορά τον ρόλο της Ευρώπης.
Οι ασαφείς υποσχέσεις του Τραμπ και το υπαρξιακό δίλημμα της Ουκρανίας
Στο επίκεντρο των εξελίξεων βρίσκεται η στάση του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος εμφανίζεται ως «ειρηνοποιός» αλλά οι θέσεις του χαρακτηρίζονται από ασυνέπεια και παλινωδίες. Κατά τη διάρκεια της συνάντησης στον Λευκό Οίκο, ο Τραμπ μίλησε για «εγγυήσεις ασφαλείας» προς τον Ζελένσκι, εφόσον ο Ουκρανός πρόεδρος συμφωνήσει σε διαπραγματεύσεις με τον Βλαντίμιρ Πούτιν. Ωστόσο, αυτές οι διαβεβαιώσεις παρέμειναν ασαφείς και χωρίς δεσμευτικό χαρακτήρα, αφήνοντας ανοιχτό το ερώτημα της πραγματικής αμερικανικής συμβολής.
Η στάση αυτή του Τραμπ σηματοδοτεί, εν μέρει, μια μετατόπιση από την προηγούμενη θέση του ότι η Ουκρανία έπρεπε να στηρίζεται αποκλειστικά στους Ευρωπαίους. Ωστόσο, η απουσία συγκεκριμένων δεσμεύσεων εγείρει σοβαρά ερωτήματα για την αξιοπιστία των υποσχέσεων. Ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι βρίσκεται μπροστά σε ένα υπαρξιακό δίλημμα. Για την Ουκρανία, αυτός ο πόλεμος δεν είναι απλώς μια διαπραγμάτευση, αλλά ζήτημα εθνικής επιβίωσης. Επενδύοντας σε ασαφείς υποσχέσεις, η χώρα του κινδυνεύει να εξαρτηθεί από τις πολιτικές διαθέσεις ενός προέδρου με μεταβαλλόμενες αντιλήψεις.
Όπως είχε προειδοποιήσει ο πρώην Αμερικανός πρέσβης στο Κίεβο, Γουίλιαμ Τέιλορ, η Ουκρανία χρειάζεται θεσμικές και στρατιωτικές εγγυήσεις, όχι απλές δηλώσεις προθέσεων. Η ασυνέπεια της αμερικανικής πολιτικής, που εκδηλώνεται όχι μόνο στο ουκρανικό αλλά και σε άλλες κρίσιμες διεθνείς υποθέσεις όπως η Μέση Ανατολή, προκαλεί τρόμο στο Κίεβο και αμηχανία στους συμμάχους.
Διπλωματικός μαραθώνιος και η επανάκτηση του ρόλου του Ζελένσκι
Η ημέρα των συναντήσεων στην Ουάσιγκτον ήταν ένας πραγματικός διπλωματικός μαραθώνιος. Μέσα σε δώδεκα ώρες, ο Τραμπ συναντήθηκε διαδοχικά με τον Ζελένσκι και τους Ευρωπαίους ηγέτες, ενώ φέρεται να επικοινώνησε τηλεφωνικά και με τον Πούτιν. Η σημαντικότερη εξέλιξη ήταν η αποκατάσταση του ρόλου του Ζελένσκι στο τραπέζι των συνομιλιών. Ενώ μέχρι πρότινος το Κίεβο φαινόταν παραμερισμένο από την αμερικανική διπλωματία, χθες ο Ουκρανός πρόεδρος έλαβε πλήρη στήριξη, παρουσίασε τις θέσεις του και απέσπασε χειροκροτήματα.
Αυτή η εικόνα σηματοδοτεί αλλαγή στάσης από τον Λευκό Οίκο και ανοίγει τον δρόμο για έναν απευθείας διάλογο με τη Μόσχα. Η Γαλλία, η Γερμανία και η Βρετανία διατήρησαν ενιαίο μέτωπο, δεσμευόμενες να στηρίξουν το Κίεβο τόσο συλλογικά όσο και διμερώς. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, μέσω της Κομισιόν, τόνισε επίσης τη συνέχιση της οικονομικής βοήθειας ακόμη και μετά το τέλος του πολέμου. Ο Ζελένσκι δε, ανακοίνωσε ότι αποδέχθηκε πρόταση για συνάντηση με τον Πούτιν – μια εξέλιξη που πριν από λίγο καιρό φάνταζε αδιανόητη.
Οι «ανοιχτές παγίδες» και το οικονομικό βάρος της Ευρώπης
Παρά τα θετικά μηνύματα, υπήρξαν και «ανοιχτές παγίδες», κυρίως για την Ευρώπη. Ο Ζελένσκι αποκάλυψε συμφωνία για αγορά αμερικανικού οπλισμού αξίας 90 δισ. δολαρίων, με την πλειονότητα των χρημάτων να προέρχεται από ευρωπαϊκούς πόρους μέσω ΝΑΤΟ. Αυτό σημαίνει ότι η Ευρώπη εμπλέκεται πλέον βαθύτερα, όχι μόνο πολιτικά αλλά και οικονομικά, στο πολεμικό σκηνικό. Ο στόχος του Ζελένσκι για την οικοδόμηση ενός από τους ισχυρότερους στρατούς της Ευρώπης απαιτεί τεράστιες και διαρκείς χρηματοδοτήσεις από τους Ευρωπαίους εταίρους.
Η Γαλλία και η Γερμανία, αν και φαινομενικά υπέκυψαν στις πιέσεις Τραμπ, αναμένεται να επιμείνουν σε απτές αποδείξεις από τη Μόσχα για την ειλικρίνεια των προθέσεων του Πούτιν. Ο Γερμανός καγκελάριος Μερτς μίλησε για ανάγκη άμεσης κατάπαυσης του πυρός, μια θέση που στηρίζει και το Παρίσι. Εάν μέχρι το τέλος Αυγούστου υπάρξει συνάντηση Ζελένσκι-Πούτιν, Βερολίνο και Παρίσι θα απαιτήσουν την άμεση εφαρμογή κάθε συμφωνίας. Μέχρι τότε, όμως, η Ευρώπη παραμένει εκτεθειμένη σε ένα σκηνικό όπου καλείται να πληρώσει, χωρίς να είναι βέβαιο το αποτέλεσμα.
Το μεγαλύτερο βάρος πέφτει πλέον στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Ένωση καλείται να διαθέσει περισσότερα χρήματα, να αναλάβει ρόλο εγγυητή και να προσαρμόσει τους θεσμικούς της κανόνες ώστε να ανταποκρίνεται ταχύτερα. Εάν δεν το πράξει, κινδυνεύει να μετατραπεί από αρωγός σε θύμα, με ανυπολόγιστο οικονομικό και πολιτικό κόστος. Η δήλωση του Τραμπ πως ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι «πολύ πιο δύσκολος και πολύπλοκος απ’ ό,τι φανταζόταν» αποκαλύπτει μια σπάνια δόση ρεαλισμού, αλλά ενισχύει επίσης την αίσθηση απουσίας στρατηγικής από την Ουάσιγκτον.
Το μόνο βέβαιο είναι ότι οι Ουκρανοί δεν έχουν την πολυτέλεια να περιμένουν τις μεταπτώσεις του Αμερικανού προέδρου. Η διάσκεψη στον Λευκό Οίκο παρήγαγε τα πρώτα ουσιαστικά βήματα για τον τερματισμό του πολέμου, όμως ανέδειξε και τις μεγάλες δυσκολίες που απομένουν. Ο διάλογος Μόσχας–Κιέβου, που πλέον διαγράφεται ως πιθανότητα, είναι ένα ελπιδοφόρο σημάδι. Ωστόσο, η Ευρώπη βρίσκεται μπροστά σε ένα διπλό στοίχημα: να διατηρήσει την ενότητά της και να αντέξει το οικονομικό βάρος, ώστε να μη μετατραπεί από παράγοντας σταθερότητας σε θύμα της ίδιας της κρίσης.