Η πρωτοβουλία τριών χωρών για αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους προκαλεί την έντονη αντίδραση του Ισραήλ, το οποίο χαρακτηρίζει την κίνηση αποσταθεροποιητική, με τον πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου να δεσμεύεται για συνέχεια της επέκτασης των εβραϊκών οικισμών στη Δυτική Όχθη.
Σκληρή απάντηση του Ισραήλ στην αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους
Το Ισραήλ απέρριψε κατηγορηματικά την πρόθεση της Βρετανίας, του Καναδά και της Αυστραλίας να προχωρήσουν σε μονομερή αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους, χαρακτηρίζοντας την ενέργεια αποσταθεροποιητική και αντιπαραγωγική για την ειρηνευτική διαδικασία. Σύμφωνα με επίσημη ανακοίνωση του Υπουργείου Εξωτερικών του Ισραήλ, η αναγνώριση «δεν προάγει την ειρήνη, αποσταθεροποιεί περαιτέρω την περιοχή και υπονομεύει τις πιθανότητες μιας μελλοντικής ειρηνικής λύσης». Η ανακοίνωση απορρίπτει επίσης «οποιοδήποτε αποκομμένο και φαντασιακό κείμενο που επιχειρεί να εξαναγκάσει το Ισραήλ σε απρόσβλητα σύνορα», υπογραμμίζοντας την ισραηλινή θέση περί μη επιστροφής στα προ του 1967 σύνορα.
Ο πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου, σε δήλωσή του, τόνισε εμφατικά ότι «δεν θα υπάρξει παλαιστινιακό κράτος» όσο ο ίδιος βρίσκεται στην εξουσία, επαναλαμβάνοντας την πάγια θέση της κυβέρνησής του. Παράλληλα, επιβεβαίωσε τη δέσμευση για συνέχιση της πολιτικής εποικισμών στη Δυτική Όχθη, μια πολιτική που έχει καταδικαστεί διεθνώς ως παράνομη και εμπόδιο στην ειρήνη. Ο Νετανιάχου χαρακτήρισε την ίδρυση παλαιστινιακού κράτους ως υπαρξιακή απειλή για το Ισραήλ, ενώ προανήγγειλε επίσημη απάντηση στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, πιθανότατα με την ανάδειξη των ισραηλινών θέσεων και την αμφισβήτηση της νομιμότητας τέτοιων μονομερών αναγνωρίσεων.
Ακραίες θέσεις και διεθνείς πιέσεις
Την ένταση κλιμάκωσε περαιτέρω ο υπουργός Εθνικής Ασφαλείας, Ιτάμαρ Μπεν Γκβιρ, ο οποίος ζήτησε την προσάρτηση της Δυτικής Όχθης ως άμεση απάντηση στις διεθνείς κινήσεις αναγνώρισης. Η δήλωσή του αντικατοπτρίζει τις πιο ακραίες φωνές εντός της ισραηλινής κυβέρνησης και υπογραμμίζει τις εσωτερικές πιέσεις που δέχεται ο Νετανιάχου.
Η απόφαση των τριών χωρών – Βρετανίας, Καναδά και Αυστραλίας – εντάσσεται σε ένα ευρύτερο ρεύμα διεθνών κινήσεων που ενισχύουν την εφαρμογή της λύσης των δύο κρατών. Αυτό το ρεύμα έχει ενταθεί δραματικά μετά την κλιμάκωση του πολέμου στη Γάζα, ο οποίος έχει προκαλέσει χιλιάδες θύματα και μια πρωτοφανή ανθρωπιστική κρίση. Σύμφωνα με πληροφορίες, Γαλλία και Πορτογαλία αναμένεται να ακολουθήσουν παρόμοια πορεία, γεγονός που θα αυξήσει σημαντικά το διπλωματικό βάρος του παλαιστινιακού αιτήματος. Ήδη, περισσότερες από 140 χώρες μέλη του ΟΗΕ έχουν αναγνωρίσει το παλαιστινιακό κράτος.
Παλαιστίνη: Κριτήρια κρατικής υπόστασης και ο ρόλος των ΗΠΑ
Παρά τις ισραηλινές αμφισβητήσεις, ειδικοί του διεθνούς δικαίου τονίζουν ότι η Παλαιστίνη πληροί τα βασικά κριτήρια κρατικής υπόστασης, όπως αυτά ορίζονται στη Σύμβαση του Μοντεβιδέο (1933):
- Μόνιμος πληθυσμός: Οι Παλαιστίνιοι αποτελούν έναν διακριτό πληθυσμό.
- Καθορισμένη επικράτεια: Παρότι τα σύνορα αμφισβητούνται, η Δυτική Όχθη και η Λωρίδα της Γάζας αναγνωρίζονται διεθνώς ως παλαιστινιακά εδάφη.
- Κυβέρνηση: Η Παλαιστινιακή Αρχή λειτουργεί ως κυβερνώσα οντότητα.
- Ικανότητα σύναψης σχέσεων με άλλα κράτη: Η Παλαιστίνη έχει αναγνωριστεί από μεγάλο αριθμό χωρών και έχει de facto διπλωματικές σχέσεις.
Ωστόσο, οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν σταθερά αντίθετες στην πλήρη ένταξη της Παλαιστίνης στον ΟΗΕ, διατηρώντας το δικαίωμα βέτο στο Συμβούλιο Ασφαλείας. Η αμερικανική θέση υποστηρίζει ότι η κρατική υπόσταση της Παλαιστίνης πρέπει να προέλθει από διαπραγμάτευση με το Ισραήλ και όχι από μονομερείς ενέργειες.
Διεθνολόγοι επισημαίνουν ότι, παρόλο που η αναγνώριση από αυτές τις χώρες μπορεί να θεωρηθεί κυρίως συμβολική, αποτελεί «μικρά αλλά κρίσιμα βήματα» που ενισχύουν το διεθνές πλαίσιο των δύο κρατών και αυξάνουν τις πιέσεις προς το Ισραήλ να αναθεωρήσει την intransigence στάση του.