Η επικείμενη συνάντηση Τραμπ-Πούτιν στην Αλάσκα υπόσχεται να αναδιαμορφώσει τη γεωπολιτική σκηνή, ενώ η διεθνής κοινότητα παρακολουθεί με έντονο ενδιαφέρον.
Η σημασία του διμερούς διαλόγου Τραμπ-Πούτιν στην Αλάσκα
Η προγραμματισμένη συνάντηση την Παρασκευή στην Αλάσκα μεταξύ Ντόναλντ Τραμπ και Βλαντίμιρ Πούτιν εγείρει πολλές ερωτήσεις για τις μελλοντικές διεθνείς σχέσεις. Αρχικά σχεδιασμένη ως τριμερής με τη συμμετοχή του Ουκρανού προέδρου, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, η συζήτηση μετατράπηκε σε καθαρά διμερή διάλογο έπειτα από απαίτηση της Ρωσίας. Αυτή η εξέλιξη υποδηλώνει τη μετατόπιση της Ουάσιγκτον προς μια πιο περιορισμένη στρατηγική που αποκλείει τον Ουκρανό ηγέτη από τις κρίσιμες διαπραγματεύσεις.
Ο Τραμπ, γνωστός για το προφίλ του διεθνούς ειρηνοποιού, φαίνεται να βλέπει την Ουκρανία ως το νέο πεδίο όπου μπορεί να επιδείξει τις διαπραγματευτικές του ικανότητες, ενώ παράλληλα δεν πιέζει τον Ισραηλινό πρωθυπουργό για αποκλιμάκωση στον πόλεμο της Γάζας. Αυτή η στρατηγική σχετίζεται με τη φιλοδοξία του να αναδειχθεί ως κεντρικός παράγοντας διεθνούς μεσολάβησης.
Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι δύο ηγέτες
Διεθνείς αναλυτές αναρωτιούνται γιατί η συνάντηση λαμβάνει χώρα αυτή τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Ο Τραμπ βιώνει έντονη εσωτερική πίεση λόγω των αρνητικών δεικτών στην αγορά εργασίας και των συνεχιζόμενων συνεπειών της υπόθεσης Έπσταϊν. Παράλληλα, οι αυξημένες ρωσικές επιθέσεις στην Ουκρανία απαιτούν νέα πολιτική πρωτοβουλία που θα μπορούσε να αλλάξει τις ισορροπίες στον πόλεμο.
Από την πλευρά της Ρωσίας, η οικονομική πίεση γίνεται ολοένα και πιο ορατή. Το ρωσικό Υπουργείο Οικονομικών αναφέρει ότι το έλλειμμα στον πολεμικό προϋπολογισμό έχει φτάσει τα 53 δισ. ευρώ φέτος, ξεπερνώντας κατά πολύ τις προβλέψεις. Επιπλέον, η απειλή των αμερικανικών δασμών 25% στις ρωσικές εξαγωγές πετρελαίου προς την Ινδία δημιουργεί φοβίες για μείωση της ενεργειακής εξάρτησης του Νέου Δελχίου από τη Ρωσία, πλήττοντας σημαντικά τα οικονομικά του Κρεμλίνου.
Προσδοκίες και ρίσκα από τη συνάντηση Τραμπ-Πούτιν
Η ατζέντα της συνάντησης παραμένει ασαφής, με τον Τραμπ να την χαρακτηρίζει ως «διερευνητική». Στο επίκεντρο βρίσκονται η πιθανότητα κατάπαυσης του πυρός και μια αμοιβαία επωφελής συμφωνία. Ωστόσο, οι απαιτήσεις του Πούτιν παραμένουν σταθερές και μη διαπραγματεύσιμες: επιστροφή όλων των κατεχόμενων ουκρανικών εδαφών, αφοπλισμός του ουκρανικού στρατού, αλλαγή καθεστώτος στο Κίεβο, και αποτροπή ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ.
Το ενδεχόμενο ανταλλαγής εδαφών που συζητήθηκε δημοσίως, με την Ουκρανία να παραδίδει το Ντονμπάς και άλλες περιοχές σε αντάλλαγμα την απόσυρση ρωσικών δυνάμεων, απερρίφθη κατηγορηματικά από τον Ζελένσκι, τονίζοντας πως «δεν θα παραδώσουμε γη στους κατακτητές» και ότι οποιαδήποτε συμφωνία χωρίς τη συμμετοχή της Ουκρανίας θα είναι «συμφωνία ενάντια στην ειρήνη».
Η θέση της Ευρώπης στη διπλωματία για την Ουκρανία
Η απουσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τη διαδικασία διαπραγμάτευσης προκαλεί ανησυχία στις Βρυξέλλες και ενισχύει τις υποψίες περί αμερικανικής προσπάθειας περιορισμού του ρόλου της Ευρώπης. Παρά τις εκκλήσεις του Ζελένσκι για ευρωπαϊκή συμμετοχή, ο Τραμπ περιορίζεται σε τηλεφωνικές επαφές με μεμονωμένους ηγέτες, αποφεύγοντας τη συνεργασία με θεσμικούς εκπροσώπους της Ε.Ε., όπως η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
Αυτό το μοντέλο εξουσίας ενδέχεται να αφήσει την Ευρώπη ως παθητικό παρατηρητή, με ρόλο κυρίως στην παροχή ασφαλιστικών εγγυήσεων και οικονομικής στήριξης, χωρίς να διαδραματίζει ουσιαστικό ρόλο στη χάραξη των όρων της ειρήνης.
Οι πιθανές επιπτώσεις της συνάντησης στην παγκόσμια σκηνή
Ο Τραμπ ελπίζει ότι η επικείμενη συζήτηση θα του προσφέρει ισχυρά επικοινωνιακά πλεονεκτήματα, καθώς φιλοδοξεί να παρουσιαστεί ως ο ηγέτης που μπορεί να «φέρνει την ειρήνη» σε μια περιοχή όπου οι προκάτοχοί του απέτυχαν. Η ικανότητά του να «διαβάζει» τον Πούτιν σε ελάχιστα λεπτά προβάλλεται ως δείγμα της αποφασιστικότητας και της ικανότητάς του να λειτουργεί έξω από τα πρωτόκολλα.
Ωστόσο, η απλοποίηση ενός σύνθετου πολέμου όπως αυτός στην Ουκρανία εγκυμονεί κινδύνους. Μια αποτυχημένη διαπραγμάτευση ή μια συμφωνία που θα θεωρηθεί παραχωρητική από τους συμμάχους μπορεί να πλήξει σοβαρά το κύρος του Τραμπ τόσο στο εσωτερικό όσο και διεθνώς.
Το στρατηγικό στοίχημα της Ρωσίας και οι προεκτάσεις στην παγκόσμια πολιτική
Για τη ρωσική ηγεσία, η συνάντηση στην Αλάσκα αποτελεί ευκαιρία να δοκιμάσει τα όρια της νέας αμερικανικής πολιτικής και να επιβεβαιώσει, αν όχι την πλήρη ικανοποίηση των απαιτήσεών της, τουλάχιστον την αναγνώριση του status quo στα κατεχόμενα ουκρανικά εδάφη.
Η προθυμία του Πούτιν να μετάσχει μετά από μήνες αδράνειας υποδηλώνει τη σημαντική οικονομική πίεση και τον αντίκτυπο των κυρώσεων. Η απουσία του Ζελένσκι από τις συνομιλίες αποτελεί στρατηγική νίκη για το Κρεμλίνο, καθώς επιτρέπει απευθείας συνομιλίες με την Ουάσιγκτον, παρακάμπτοντας τη νομιμοποίηση της ουκρανικής ηγεσίας.
Το μέλλον της συνάντησης και η διεθνής αναμονή
Η «ζαριά» του Τραμπ στην Αλάσκα αποτελεί στοίχημα για το προσωπικό του κύρος. Μια επιτυχής εκεχειρία θα ενισχύσει το προφίλ του ως ειρηνοποιού και ίσως ανοίξει δρόμους για μια ιστορική συμφωνία. Αντίθετα, η αποτυχία μπορεί να τον εκθέσει, δίνοντας στον Πούτιν ένα μέσο προβολής χωρίς ουσιαστικά οφέλη για τις ΗΠΑ ή τους συμμάχους τους.
Η διεθνής κοινότητα παραμένει συγκρατημένα αισιόδοξη, γνωρίζοντας ότι η επίλυση του πολέμου στην Ουκρανία δεν είναι υπόθεση μιας και μόνο συναντήσεως. Ωστόσο, σε ένα παγκόσμιο περιβάλλον που διψά για σταθερότητα, ακόμη και μικρά βήματα προς την ειρήνη μπορούν να έχουν μεγάλη σημασία. Το αν οι δύο ηγέτες είναι πραγματικά έτοιμοι να το επιδιώξουν, μένει να αποδειχθεί.