Ο πρόεδρος του Βρετανικού Μουσείου και πρώην πρωθυπουργός, Τζορτζ Όσμπορν, παραδέχθηκε ότι υπάρχουν αντικείμενα που δεν έχουν καταγραφεί, μετά την αποκάλυψη ότι έχουν κλαπεί 2.000 αντικείμενα από το μουσείο. Μετά την παραιτηση του διευθυντή και του αναπληρωτή διευθυντή του μουσείου λόγω της υπόθεσης, ο Όσμπορν παραδέχθηκε το πρόβλημα με τις καταγραφές και εξέφρασε την υποψία ότι η κλοπή έγινε από μέλη του ίδιου του μουσείου. Ανέφερε ότι υπάρχουν αντικείμενα που δεν έχουν καταγραφεί στο μουσείο και πιστεύει ότι αυτή ήξερε καλύτερα αυτά που δεν ήταν καταγεγραμμένα και μπόρεσε να τα κλέψει.
Ο Όσμπορν αναγνώρισε ότι η υπόθεση έχει βλάψει τη φήμη του Βρετανικού Μουσείου και ζήτησε συγγνώμη. Υπογράμμισε τη σημασία της βελτίωσης της ασφάλειας του μουσείου και δήλωσε ότι υπάρχει συνεργασία με την αστυνομία για την διερεύνηση της υπόθεσης. Παράλληλα, ανέφερε ότι ορισμένα από τα κλεμμένα αντικείμενα έχουν αρχίσει να επιστρέφονται, ενώ υποστήριξε ότι η πλειοψηφία των ανθρώπων που συνεργάστηκαν με το μουσείο θα επιστρέψουν τα κλεμμένα αντικείμενα που έχουν βρεθεί. Ωστόσο, αναγνώρισε ότι κάποιοι άνθρωποι ενδέχεται να μην το κάνουν.
Η υπόθεση έχει προκαλέσει ανησυχία και αμφιβολίες για την ικανότητα του μουσείου να προστατεύσει τα αντικείμενά του. Πολλοί αμφισβητούν τον τρόπο διαχείρισης της υπόθεσης από το μουσείο και την κοινωνική αξία των κλεμμένων αντικειμένων. Εκατοντάδες χιλιάδες αντικείμενα αποθηκεύονται στο μουσείο και πολλοί πιστεύουν ότι δεν γίνεται επαρκής προστασία. Ωστόσο, άλλοι υποστηρίζουν ότι η επιστροφή των αντικειμένων στις χώρες καταγωγής τους είναι “καιροσκοπική” και ότι άλλες χώρες πρέπει επίσης να βοηθήσουν στην ανάκτηση των αντικειμένων.