Ξεκίνησε χθες βράδυ η σεζόν για τον Σταμάτη Γονίδη και τον Γιάννη Πλούταρχο σε ένα από τα πιο πολυσύχναστα νυχτερινά κέντρα της πόλης. Η ομάδα της εκπομπής «Πρωινό Σαββατοκύριακο» στο ΑΝΤ1 βρέθηκε εκεί και μίλησε με τον Γονίδη για διάφορα θέματα. Ανάμεσα σε αυτά, φυσικά, η τραγωδία που χτύπησε πρόσφατα τον Νότη Σφακιανάκη, με τον θάνατο της γυναίκας του να σκιάζει τις μέρες του.
Η πρεμιέρα και οι πρώτες κουβέντες on stage
Ο κόσμος γέμισε το μαγαζί από νωρίς, περιμένοντας να ακούσει τα αγαπημένα τραγούδια των δύο καλλιτεχνών που πάντα φέρνουν ζεστασιά στα κρύα βράδια του χειμώνα. Ο Σταμάτης Γονίδης, μόλις τελείωσε ένα κομμάτι, δέχτηκε ερωτήσεις από την κάμερα. Εκεί, χωρίς περιστροφές, μίλησε για τον Νότη Σφακιανάκη και πώς ένιωθε για ό,τι είχε ακούσει.
«Συλλυπητήρια στην οικογένειά του και στον ίδιο. Εύχομαι ο Θεός να αναπαύσει την ψυχούλα της, γιατί έχω μάθει ότι ήταν ένας πολύ καλός άνθρωπος. Τον Νότη τον ξέρω, είναι ένας άνθρωπος ξεχωριστός. Για εμένα είναι ένας μεγάλος καλλιτέχνης, που έχει περάσει από τον χώρο μας. Τον αγαπάω πολύ και το ξέρει και εμένα με αγαπάει. Είναι κλειστός χαρακτήρας και ειδικά τώρα στις δύσκολες στιγμές που βιώνει. Του εύχομαι να το ξεπεράσει, καλό κουράγιο» είπε ο Σταμάτης Γονίδης, δείχνοντας εμφανώς συγκινημένος ενώ το κοινό χειροκροτούσε γύρω του και η μουσική ακόμα ηχούσε αχνά στο φόντο.
Για την απουσία του Σφακιανάκη από τα φώτα
Δεν σταμάτησε εκεί ο Γονίδης. Ρώτησαν και για την απουσία του Νότη Σφακιανάκη από τα decks και τις ηχογραφήσεις εδώ και καιρό, κάτι που όλοι στο χώρο έχουν προσέξει. Ο ίδιος, με τον χαρακτηριστικό του τρόπο, έδωσε μια ξεκάθαρη απάντηση που δείχνει πόσο καλά γνωρίζει τον συνάδελφό του και τις επιλογές του.
Συνέχισε λέγοντας ότι αυτή η απόφαση για αποχή δεν συνδέεται με το πρόσφατο γεγονός. «Δεν είναι το συμβάν αυτό που θα τον κάνει να γυρίσει ή να μην γυρίσει. Η απόφαση αυτή έχει παρθεί πριν συμβεί αυτό που συνέβη. Εκείνος ξέρει αν θα νιώσει την ανάγκη να επανέλθει, αυτό το γνωρίζει ο ίδιος και κανένας άλλος», εξήγησε ο Σταμάτης Γονίδης, αφήνοντας ξεκάθαρο ότι ο καθένας έχει τον δικό του ρυθμό σε αυτή τη δουλειά, ειδικά όταν η ζωή χτυπάει δυνατά.