Σε μια εποχή όπου το ατομικό branding και η online παρουσία των αθλητών αποκτούν δυσανάλογη σημασία, η πρόσφατη αναμέτρηση Ρεάλ Μαδρίτης – Μπαρτσελόνα, το πρώτο «clasico» της σεζόν, ανέδειξε ένα διαχρονικό δίλημμα στον επαγγελματικό αθλητισμό: το όριο μεταξύ προσωπικής έκφρασης και ομαδικής πειθαρχίας. Η νίκη της Ρεάλ με 2-1 επισκιάστηκε από συζητήσεις περί αλαζονείας και ναρκισσισμού, φέρνοντας στο προσκήνιο δύο από τους πιο ταλαντούχους, αλλά και αμφιλεγόμενους, νεαρούς αστέρες του παγκόσμιου ποδοσφαίρου: τον Λαμίν Γιαμάλ της Μπαρτσελόνα και τον Βινίσιους Ζούνιορ της Ρεάλ Μαδρίτης.
Τοξική Ατομικότητα vs Ομαδικό Πνεύμα: Η Κριτική του Κανιθάρες
Ο Σαντιάγκο Κανιθάρες, ένας θρύλος της Ρεάλ Μαδρίτης και πρώην διεθνής τερματοφύλακας, παρενέβη στον δημόσιο διάλογο, εκφράζοντας αυστηρή κριτική για τη συμπεριφορά των δύο ποδοσφαιριστών. Σύμφωνα με τον Κανιθάρες, τόσο ο Γιαμάλ όσο και ο Βινίσιους επέδειξαν μια «ναρκισσιστική» συμπεριφορά, θέτοντας το «εγώ» τους υπεράνω της ομάδας, κάτι που, κατ’ αυτόν, βλάπτει το συλλογικό συμφέρον.
* Λαμίν Γιαμάλ: Το «wonderkid» της Μπαρτσελόνα βρέθηκε στο στόχαστρο για τη στάση του πριν από το ντέρμπι, χαρακτηριζόμενη ως αλαζονική. Η ανάλυση του Κανιθάρες υποδεικνύει ότι η υπερβολική αυτοπεποίθηση, ειδικά σε νεαρή ηλικία, μπορεί να εκληφθεί ως ασέβεια.
* Βινίσιους Ζούνιορ: Ο Βραζιλιάνος εξτρέμ επικρίθηκε για το εμφανές ξέσπασμά του κατά την αντικατάστασή του κατά τη διάρκεια του αγώνα. Αυτή η αντίδραση, ανεξαρτήτως του αγωνιστικού πλαισίου, συχνά ερμηνεύεται ως έλλειψη σεβασμού προς τον προπονητή και τους συμπαίκτες.
Η Δομή των Συλλόγων και η Ανάγκη για Ηθική Δεοντολογία
Ο Κανιθάρες συνέδεσε ευθέως το πρόβλημα με τη δομή και την κουλτούρα των μεγάλων συλλόγων. Τόνισε ότι η Ρεάλ Μαδρίτης και η Μπαρτσελόνα, ως κολοσσοί του παγκόσμιου ποδοσφαίρου, έχουν την ευθύνη να διασφαλίζουν ότι κανένας παίκτης δεν θεωρεί τον εαυτό του «πάνω από τον σύλλογο».
Προτεινόμενες Λύσεις: Επιτροπή Ηθικής και Εσωτερικός Έλεγχος
Ο θρυλικός γκολκίπερ δεν περιορίστηκε στην κριτική, αλλά πρότεινε και λύσεις. Εισηγήθηκε τη δημιουργία μιας επιτροπής ηθικής δεοντολογίας εντός των συλλόγων.
Αυτή η επιτροπή θα λειτουργούσε ως μηχανισμός ελέγχου, όπου η κλήση ενός παίκτη για συμμόρφωση θα αποτελούσε δείγμα αιδούς και ένα «καλό μάθημα» για όλες τις πλευρές. Αναλυτικά, η πρότασή του υποδηλώνει:
* Αποτροπή: Η ύπαρξη ενός τέτοιου οργάνου θα λειτουργούσε αποτρεπτικά, ενθαρρύνοντας τους παίκτες να σκέφτονται τις συνέπειες των πράξεών τους.
* Εσωτερική Πειθαρχία: Αντί να εξαρτώνται από την κρίση του προπονητή ή της διοίκησης, οι παίκτες θα αντιμετώπιζαν ένα πιο επίσημο και θεσμοθετημένο πλαίσιο λογοδοσίας.
* Ενδυνάμωση του Συλλόγου: Θα ενίσχυε την εικόνα του συλλόγου ως υπέρτατης οντότητας, έναντι των ατομικών συμφερόντων.
Στην ανάλυση του Κανιθάρες, το κύριο πρόβλημα εντοπίζεται στην αδυναμία επιβολής του συλλόγου σε έναν «πολύ καλό» παίκτη, λόγω της ανεκτίμητης αξίας του προς την ομάδα. Αυτή η αδυναμία δημιουργεί ένα κλίμα ατιμωρησίας, όπου τα όρια της συμπεριφοράς συχνά θολώνουν.
Σύγχρονη Πραγματικότητα: Social Media και Προσωπικό Brand
Σε μια εποχή όπου οι ποδοσφαιριστές είναι ταυτόχρονα και influencers, η διαχείριση της δημόσιας εικόνας τους είναι πιο περίπλοκη από ποτέ. Τα social media δίνουν στους αθλητές μια άμεση πλατφόρμα επικοινωνίας με εκατομμύρια οπαδούς, αλλά ταυτόχρονα τους καθιστούν πιο ευάλωτους σε επικοινωνιακά λάθη. Η προσωπική προβολή, που συχνά μεταφράζεται σε εμπορικές συμφωνίες και ενίσχυση του «brand» του παίκτη, μπορεί να έρχεται σε σύγκρουση με τις απαιτήσεις του ομαδικού αθλητισμού.
In the author’s assessment, η πρόταση του Κανιθάρες για μια επιτροπή ηθικής δεοντολογίας είναι επίκαιρη. Θα μπορούσε να προσφέρει ένα ουσιαστικό εργαλείο στους συλλόγους για τη διαχείριση της συμπεριφοράς των αθλητών τους, εξισορροπώντας την ανάγκη για προσωπική έκφραση με τη διαφύλαξη του ομαδικού πνεύματος και των αξιών που αντιπροσωπεύει ένας θεσμός όπως η Ρεάλ ή η Μπαρτσελόνα. Η ισορροπία αυτή είναι κρίσιμη για την αθλητική και κοινωνική αξία του ποδοσφαίρου στο σύνολό του.