Η οικονομική βιωσιμότητα των καλλιτεχνών στην Ελλάδα, ιδίως στον χώρο του θεάτρου, αναδεικνύεται διαχρονικά ως ένα μείζον ζήτημα που απασχολεί τόσο τους δημιουργούς όσο και το ευρύ κοινό. Πέρα από τη λάμψη της σκηνής, κρύβεται συχνά μια σκληρή πραγματικότητα απλήρωτης εργασίας και αφοσίωσης σε ένα επάγγελμα που απαιτεί θυσίες. Πρόσφατες δηλώσεις του αναγνωρισμένου ηθοποιού Γιάννη Τσορτέκη φέρνουν στην επιφάνεια αυτές τις πτυχές, προσφέροντας μια ειλικρινή ματιά στις προκλήσεις και την ιδεολογία πίσω από την καλλιτεχνική δημιουργία.
Η Απλήρωτη Αφοσίωση στην Τέχνη
Σε συνέντευξή του στην εκπομπή “Super Κατερίνα” με την Κατερίνα Καινούργιου, την Πέμπτη 16 Οκτωβρίου, ο Γιάννης Τσορτέκης αναφέρθηκε ανοιχτά στην πορεία του στον χώρο της υποκριτικής, τονίζοντας ότι για ορισμένες θεατρικές παραγωγές δεν έλαβε αμοιβή. Αυτή η δήλωση φωτίζει μια κοινή πρακτική στο ελληνικό θέατρο, όπου το πάθος και η αγάπη για την τέχνη συχνά υπερτερούν της ανάγκης για οικονομική ανταμοιβή, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα.
- Ο ηθοποιός διευκρίνισε ότι η προσωπική του οικονομική κατάσταση δεν ήταν επισφαλής, καθώς «πάντοτε δούλευε». Ωστόσο, αναγνώρισε ότι «υπήρχαν περίοδοι που δεν αμειβόμουν από το θέατρο».
- Αυτή η προσέγγιση, όπως την περιέγραψε, του επέτρεψε να αντιμετωπίζει το θέατρο ως μια επιλογή στην οποία ήθελε να εμπλέκεται «με την άνεση του ανθρώπου που τα έχει όλα λυμένα».
Η Ιδεολογία Πίσω από την Καλλιτεχνική Αμοιβή
Ο Τσορτέκης εξέφρασε μια βαθύτερη φιλοσοφία σχετικά με την αμοιβή στην τέχνη, η οποία απηχεί σε πολλούς καλλιτέχνες: «Πίστευα και πιστεύω ότι η τέχνη, το αποτέλεσμα της τέχνης από τον καλλιτέχνη δηλαδή, ανεξάρτητα από το αν θα πρέπει να αμειφθεί για το έργο που παράγει ο καλλιτέχνης και αυτό είναι δεδομένο, δεν αμείβεται.» Η φράση «δεν αμείβεται» εδώ, κατά την εκτίμηση του δημοσιογράφου, δεν αναφέρεται στην άρνηση της αμοιβής, αλλά στην αδυναμία του χρήματος να αποτιμήσει πλήρως την αξία της καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Ανέδειξε επίσης την κοινότητα των καλλιτεχνών, δηλώνοντας: «Επειδή ακριβώς δεν ήμουν ο μόνος που δεν πληρωνόμουν, ήταν άπειροι φίλοι και γνωστοί μέσα στα χρόνια, νομίζω ότι μας αγαπούσε και αυτό το πράγμα. Ήταν ένα αλισβερίσι και από τις δυο πλευρές.» Αυτό υποδηλώνει την ύπαρξη ενός άτυπου “συμβολαίου” μεταξύ καλλιτεχνών και παραγωγών, όπου η αγάπη για την τέχνη λειτουργεί ως αντιστάθμισμα στην απουσία οικονομικής αμοιβής, σε ένα πνεύμα αλληλεγγύης και κοινού οράματος.
Παλιότερα και Σήμερα: Η Εξέλιξη του Θεατρικού Τοπίου
Η αναφορά του Τσορτέκη στην ιστορική εξέλιξη των εργασιακών συνθηκών είναι εξαιρετικά επίκαιρη. «Να πω κάτι με την ευκαιρία πως τώρα συζητάμε για κάποια πράγματα που μπορεί να γίνουν, που υπάρχουν υπόνοιες, υπάρχουν σκέψεις και πληροφορίες. Τελικά όσο πιο πίσω πηγαίνουμε χρονικά, παλιότερα που δεν ξέραμε τι ακολουθεί, η ανατροπή», δήλωσε.
Αυτή η δήλωση μπορεί να ερμηνευθεί ως αναφορά στις πρόσφατες εξελίξεις και διεκδικήσεις στον χώρο των παραστατικών τεχνών στην Ελλάδα.
Ανάλυση: Τα τελευταία χρόνια, έχουν ενταθεί οι συζητήσεις και οι κινητοποιήσεις για τη βελτίωση των εργασιακών δικαιωμάτων των ηθοποιών και των καλλιτεχνών γενικότερα. Θέματα όπως η έλλειψη συλλογικών συμβάσεων εργασίας, η αδήλωτη εργασία, η μη καταβολή ενσήμων και η υποχρηματοδότηση του θεατρικού τομέα έχουν βρεθεί στο επίκεντρο. Ειδικότερα, η περίοδος της πανδημίας ανέδειξε με σκληρό τρόπο την επισφαλή θέση πολλών καλλιτεχνών, οδηγώντας σε νέες θεσμικές παρεμβάσεις και διεκδικήσεις για την αναγνώριση του επαγγέλματος και τη θεσμοθέτηση αξιοπρεπών συνθηκών εργασίας. Η σύγκριση με το παρελθόν του Τσορτέκη υπογραμμίζει ότι αν και τότε οι συνθήκες ήταν αβέβαιες, σήμερα υπάρχει μια εντονότερη διάθεση για αλλαγή και θεσμική κατοχύρωση.
Η περίπτωση του Γιάννη Τσορτέκη, ενός καταξιωμένου ηθοποιού με μακρά και επιτυχημένη πορεία, φανερώνει ότι η οικονομική διασφάλιση στον κόσμο της τέχνης δεν είναι δεδομένη, ακόμα και για τους αναγνωρισμένους. Αναδεικνύει την ιστορική ανθεκτικότητα και το πάθος των Ελλήνων καλλιτεχνών, αλλά και την επείγουσα ανάγκη για ρυθμιστικό πλαίσιο που θα εξασφαλίζει αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας στον κλάδο.
Σημαντικό: Τα προβλήματα αμοιβών δεν αφορούν μόνο τους νέους καλλιτέχνες, αλλά είναι ένα διαχρονικό φαινόμενο που επηρεάζει ένα ευρύ φάσμα επαγγελματιών στον χώρο των παραστατικών τεχνών.