Η κριτική του Βασίλη Σπανούλη για την αντιμετώπιση του Γιάννη Αντετοκούνμπο από τους διαιτητές στο Ευρωμπάσκετ αναδεικνύει ένα ζήτημα που απασχολεί την ελληνική αποστολή: την περιορισμένη πρόσβαση του κορυφαίου Έλληνα σταρ στη γραμμή των ελευθέρων βολών.
Η δυσαρέσκεια της Εθνικής Ομάδας: Σπανούλης και η «ανώμαλη» διαιτητική μεταχείριση
Μετά τα κρίσιμα παιχνίδια κόντρα στην Ισπανία και το Ισραήλ, ο προπονητής της Εθνικής Ομάδας, Βασίλης Σπανούλης, εξέφρασε ανοιχτά τη δυσαρέσκειά του για τον τρόπο με τον οποίο οι διαιτητές αντιμετωπίζουν τον Γιάννη Αντετοκούνμπο καθ’ όλη τη διάρκεια του Ευρωμπάσκετ. Η ουσία της κριτικής του έγκειται στο γεγονός ότι ο “Greek Freak”, ένας παίκτης που ζει από την επαφή και τη διείσδυση προς το καλάθι, πηγαίνει ελάχιστα στη γραμμή των ελευθέρων βολών σε σύγκριση με την έκταση της συμβολής του και τον τρόπο παιχνιδιού του.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στον αγώνα των «16» με το Ισραήλ, ο Αντετοκούνμπο επισκέφθηκε τη γραμμή των βολών μόλις δύο φορές, αμφότερες για «καλάθι και φάουλ» – δηλαδή σε περιπτώσεις που η επαφή ήταν τόσο ξεκάθαρη που δεν υπήρχε περιθώριο αμφισβήτησης. Αυτή η στατιστική, σύμφωνα με την ελληνική πλευρά, υποδηλώνει μια «ανώμαλη» διαιτητική μεταχείριση που περιορίζει την επιθετική του δράση και, κατ’ επέκταση, την αποτελεσματικότητα της ομάδας.
Στατιστικά Στοιχεία: Ο Αντετοκούνμπο σε σύγκριση με τους άλλους σταρ
Η ανάλυση των στατιστικών δεδομένων αναδεικνύει σαφώς την ανισορροπία. Ενώ ο Γιάννης Αντετοκούνμπο, με την επιθετική του κυριαρχία και την ικανότητά του να “σπάει” την άμυνα, έχει κατά μέσο όρο μόλις 7,8 προσπάθειες από τη γραμμή των βολών ανά αγώνα (με συνολικά 31 βολές στα τέσσερα παιχνίδια που έχει αγωνιστεί), άλλοι σούπερ σταρ του Ευρωμπάσκετ απολαμβάνουν πολύ μεγαλύτερη διαιτητική εύνοια:
- Λούκα Ντόντσιτς (Σλοβενία): Εκτελεί 13,8 βολές ανά αγώνα (83 συνολικά).
- Λάουρι Μάρκανεν (Φινλανδία): Καταγράφει 9,8 βολές ανά αγώνα (59 συνολικά).
- Ντένι Άβντιγια (Ισραήλ): Με 8,8 βολές ανά αγώνα (55 συνολικά).
- Κρίσταπς Πορζίνγκις (Λετονία): Στοχοποιεί 8 βολές ανά αγώνα (48 συνολικά).
- Φραντς Βάγκνερ (Γερμανία): Με 7,3 βολές ανά αγώνα (44 συνολικά).
- Νίκολα Γιόκιτς (Σερβία): Με 7 βολές ανά αγώνα (42 συνολικά).
Αυτά τα στοιχεία υποδεικνύουν ότι παρά την αδιαμφισβήτητη διεισδυτικότητα και τη συνεχή επαφή με τους αντιπάλους εντός της ρακέτας, ο Αντετοκούνμπο δεν επιδοτείται ανάλογα από τους διαιτητές, κάτι που επηρεάζει τόσο την προσωπική του στατιστική όσο και τη συνολική επιθετική ροή της ελληνικής ομάδας. Είναι αξιοσημείωτο ότι η Ελλάδα εμφανίζεται μόλις δωδέκατη σε κερδισμένες βολές στο Ευρωμπάσκετ, με μέσο όρο 19,8 ανά αγώνα (119 συνολικά). Αντιθέτως, ομάδες κορυφαίου επιπέδου, αλλά και η Λιθουανία – ο επόμενος αντίπαλος της Ελλάδας στους «8» – κερδίζουν πολύ περισσότερες βολές:
- Σλοβενία: 28,1 κερδισμένες βολές ανά αγώνα.
- Λιθουανία: 27,1 κερδισμένες βολές ανά αγώνα.
- Πολωνία: 26,3 κερδισμένες βολές ανά αγώνα.
- Ισραήλ: 22,5 κερδισμένες βολές ανά αγώνα.
- Ιταλία: 22,3 κερδισμένες βολές ανά αγώνα.
Επιπτώσεις και Προκλήσεις για την Ελλάδα
Η περιορισμένη πρόσβαση του Αντετοκούνμπο στη γραμμή των βολών έχει πολλαπλές επιπτώσεις. Πρώτον, του στερεί έναν σημαντικό τρόπο σκοραρίσματος, ειδικά όταν βρίσκεται αντιμέτωπος με σκληρές άμυνες. Δεύτερον, επηρεάζει ψυχολογικά τον ίδιο τον παίκτη, ο οποίος βλέπει τις προσπάθειές του να μην επιβραβεύονται από τους διαιτητές. Τρίτον, υποχρεώνει την ελληνική ομάδα να αναζητήσει εναλλακτικές λύσεις στην επίθεση, κάτι που δεν είναι πάντα εύκολο απέναντι σε οργανωμένες άμυνες υψηλού επιπέδου.
Η πρόκληση για την ελληνική ομάδα ενόψει των προσεχών αγώνων, ειδικά του κρίσιμου προημιτελικού με τη Λιθουανία, είναι διπλή: να βρει τρόπους να εκμεταλλευτεί πλήρως την παρουσία του Γιάννη Αντετοκούνμπο, ανεξαρτήτως της διαιτητικής αντιμετώπισης, και ταυτόχρονα, να είναι προετοιμασμένη για ένα παιχνίδι με έντονη σωματική επαφή που μπορεί να μην καταλήγει σε σφυρίγματα.
Η δήλωση του Σπανούλη λειτουργεί ως προειδοποίηση προς τα διαιτητικά όργανα, αλλά και ως συσπείρωση για την ομάδα, τονίζοντας ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται να ανεχθεί μια άδικη μεταχείριση του κορυφαίου της παίκτη, ο οποίος αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της επιθετικής της λειτουργίας στο τουρνουά.