Η Ουάσιγκτον βρίσκεται σε αναβρασμό. Σε λίγα εικοσιτετράωρα, ο Ντόναλντ Τραμπ θα συναντηθεί με τον Βλαντιμίρ Πούτιν στο Άνκορατζ της Αλάσκας, σε μια συνάντηση που αναμένεται να καθορίσει πολλά για το μέλλον των διεθνών σχέσεων.
Η επιλογή της Αλάσκας και ο συμβολισμός της
Η συνάντηση Τραμπ-Πούτιν στην Αλάσκα, η πρώτη τους προσωπική επαφή μετά από τέσσερα χρόνια, δεν είναι τυχαία. Η επιλογή της αμερικανικής στρατιωτικής βάσης Joint Base Elmendorf-Richardson προσφέρει στον Λευκό Οίκο τον απόλυτο έλεγχο στην ασφάλεια και την πρόσβαση, ελαχιστοποιώντας τις πιθανότητες διαρροών.
Ωστόσο, η Αλάσκα φέρει και ένα ιδιαίτερο ιστορικό φορτίο: υπήρξε ρωσική επικράτεια μέχρι το 1867. Αυτή η λεπτομέρεια, γεμάτη συμβολισμούς, δεν περνά απαρατήρητη από το Κρεμλίνο, προσδίδοντας ένα επιπλέον ενδιαφέρον στη συνάντηση.
Τι επιδιώκει ο Τραμπ και τι ο Πούτιν;
Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει δηλώσει ότι ο σκοπός του είναι να «δει τον Πούτιν στα μάτια» και να εκτιμήσει τις προθέσεις του, επιθυμώντας μια άμεση, προσωπική διαπραγμάτευση αντί για μακρόσυρτες διπλωματικές διαδικασίες. Ενώ οι επικριτές του βρίσκουν αυτή τη μέθοδο ριψοκίνδυνη, οι υποστηρικτές του την θεωρούν τολμηρή και δυνητικά αποδοτική.
Από την άλλη πλευρά, ο Πούτιν, αντιμέτωπος με διεθνές ένταλμα σύλληψης, κερδίζει μια σημαντική διπλωματική νίκη: πατά σε αμερικανικό έδαφος και συνομιλεί με τον πρόεδρο των ΗΠΑ σε συνθήκες ισοτιμίας. Αυτό το γεγονός μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τη ρωσική προπαγάνδα ως απόδειξη ότι η Δύση δεν μπορεί να τον αγνοεί, παρά τις δημόσιες καταδίκες.
Ευρωπαϊκές αντιδράσεις και ανησυχίες
Στην Ευρώπη, οι αντιδράσεις είναι ανάμεικτες. Ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι βλέπει ήδη μια «διπλωματική νίκη» για τη Μόσχα και εκφράζει την ανησυχία του για μια πιθανή κατάπαυση πυρός με ρωσικούς όρους. Το Κίεβο φοβάται ότι κάτι τέτοιο θα παγίωνε τα κεκτημένα της Μόσχας και θα αποδυνάμωνε τη δέσμευση των συμμάχων.
Ο Τραμπ σκοπεύει να επικοινωνήσει με τον Ζελένσκι και άλλους Ευρωπαίους ηγέτες μετά τη συνάντηση, προβάλλοντας τον ρόλο του ως διαμεσολαβητή. Ωστόσο, η αλληλουχία των γεγονότων – πρώτα ο Πούτιν, μετά οι σύμμαχοι – στέλνει ένα σαφές πολιτικό μήνυμα. Η Γερμανία, η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο αναγνωρίζουν ότι η Ουάσιγκτον κινείται με δική της στρατηγική, και δεν αποκλείεται να διαπραγματευτεί παραχωρήσεις χωρίς την πλήρη συναίνεσή τους. Ο καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς, ο Εμανουέλ Μακρόν και ο Κιρ Στάρμερ έχουν προσπαθήσει να διατηρήσουν συντονισμένη πίεση προς τον Τραμπ για σκληρή στάση έναντι της Μόσχας, αλλά η πιθανότητα μιας συμφωνίας ανταλλαγής εδαφών για τον τερματισμό του πολέμου παραμένει ένα σενάριο που συζητείται.
Η Αλάσκα ως γεωπολιτική σκακιέρα
Ιστορικά, η Αλάσκα έχει φιλοξενήσει σημαντικά διεθνή γεγονότα, λειτουργώντας ως «ουδέτερη» γέφυρα σε στιγμές έντασης. Αυτή τη φορά, όμως, η συνάντηση δεν είναι τυπική. Είναι μια ανοιχτή παρτίδα σκακιού, όπου κάθε κίνηση μπορεί να μεταβάλει τον γεωπολιτικό συσχετισμό δυνάμεων.
Οι αναλυτές στις ΗΠΑ τονίζουν ότι ο Τραμπ βλέπει την Αλάσκα ως ευκαιρία να επαναφέρει την εικόνα του «άνδρα των συμφωνιών», ικανού να λύνει διεθνή αδιέξοδα, ενισχύοντας τη θέση του τόσο στην εξωτερική πολιτική όσο και στο εσωτερικό πολιτικό μέτωπο ενόψει των επερχόμενων εκλογών.
Υψηλό το διακύβευμα
Το ρίσκο είναι υψηλό. Εάν οι συνομιλίες δεν αποδώσουν ή, χειρότερα, αν θεωρηθεί ότι ο Τραμπ έκανε υπερβολικές παραχωρήσεις, η πολιτική ζημιά μπορεί να είναι σημαντική. Η λεπτή ισορροπία μεταξύ τόλμης και υποχώρησης θα είναι καθοριστική.
Η Αλάσκα δεν θα είναι απλώς ένα ακόμη κεφάλαιο στην ιστορία της διπλωματίας. Θα είναι μια στιγμή όπου η προσωπική χημεία δύο ηγετών μπορεί να επηρεάσει στρατιωτικά μέτωπα, να αναδιατάξει συμμαχίες και να κρίνει το μέλλον μιας σύρραξης που έχει ήδη αλλάξει τον χάρτη της Ευρώπης. Οι κινήσεις προετοιμασίας συνεχίζονται με ταχύτητα και μυστικότητα, αλλά η τελική έκβαση θα κριθεί στις ώρες που οι κάμερες δεν θα καταγράφουν, εκεί όπου κάθε λέξη, κάθε χειρονομία, κάθε παύση θα έχει τη δική της σημασία.