Η έρευνα που δημοσιεύθηκε από τις μη κυβερνητικές οργανώσεις Bloom και Foodwatch αποκαλύπτει σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία μας από την κατανάλωση τόνου σε κονσέρβα, ο οποίος σύμφωνα με τα ευρήματα τους είναι άκρως μολυσμένος με υδράργυρο. Οι οργανώσεις αυτές προειδοποιούν ότι τα ισχύοντα όρια για τον υδράργυρο σε αυτά τα προϊόντα πρέπει να επανεξεταστούν και να μειωθούν άμεσα. Η Bloom εξερεύνησε παράδειγμα 148 κονσέρβες από πέντε ευρωπαϊκές χώρες (Γαλλία, Γερμανία, Αγγλία, Ισπανία και Ιταλία), με τα αποτελέσματα να δείχνουν ότι όλες οι εξεταζόμενες κονσέρβες περιείχαν υδράργυρο, και σε πάνω από το 50%, οι συγκεντρώσεις υπερέβαιναν το επιτρεπόμενο όριο των 0,3 mg/kg.
Όπως αναφέρεται στην έρευνα, οι σημερινοί κανονισμοί στην Ευρώπη για την περιεκτικότητα του υδραργύρου στον τόνο καθορίστηκαν με βάση τα παρατηρούμενα επίπεδα μόλυνσης, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία. Συγκεκριμένα, η μέγιστη τα όρια για το υδράργυρο στο φρέσκο τόνο είναι 1 mg/kg, γεννώντας εύλογες ανησυχίες για την ασφάλεια των κονσερβών. Δεδομένου ότι ο τόνος θεωρείται ένα από τα πιο μολυσμένα είδη ψαριών, αυτή η διαφοροποίηση στην αποδοχή του υδραργύρου δημιουργεί ερωτήματα σχετικά με την ασφάλεια των καταναλωτών.
Οι οργανώσεις Bloom και Foodwatch τονίζουν ότι η παρουσία του υδραργύρου δεν καθίσταται λιγότερο επικίνδυνη ανάλογα με την προέλευση του. Με την επιστημονική κοινότητα να προειδοποιεί ότι ο υδράργυρος, και ειδικά η μορφή του μεθυλυδράργυρου, είναι εξαιρετικά τοξικές για το νευρικό σύστημα, η ανάγκη για επαναξιολόγηση των μέτρων είναι προφανής.
Η αναγνώριση ότι βιομηχανικές διαδικασίες εναπόθεσης περισσοτέρων από 2000 τόνων υδραργύρου που προέρχεται κυρίως από σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, καταδεικνύει τη σοβαρότητα της κατάστασης. Επίσης, επισημαίνεται ότι οι νόμοι αυτού του είδους κρίνονται από οργανισμούς που δεν ανταγωνίζονται πάντα άμεσα την προστασία της δημόσιας υγείας.
Καθώς οι μη κυβερνητικές οργανώσεις χαρακτηρίζουν το ζήτημα αυτό «πραγματικό σκάνδαλο δημόσιας υγείας», καλούν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εισαγάγει αυστηρότερα όρια που να ευθυγραμμίζονται με εκείνα άλλων ψαριών,ώστε το ανώτατο όριο να φθάνει τα 0,3 mg/kg. «Απαιτούμε οι αρμόδιες αρχές να ενισχύσουν τις κανονιστικές ρυθμίσεις και σας προειδοποιούμε να μην εμπορεύεστε καθόλου προϊόντα που δεν πληρούν την πιο ακατάλληλη προστασία», αναφέρει η Καμίγ Ντοριόζ, διευθύντρια εκστρατειών της Foodwatch.