Η Κική Μορφωνιού έφυγε από τη ζωή το πρωί της Πέμπτης 18 Δεκεμβρίου, σε ηλικία 89 ετών. Αυτή η μεγάλη μεσοφωνική φωνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής άφησε πίσω της μια καριέρα που σημάδεψε την ελληνική όπερα για δεκαετίες. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1936 και από νωρίς έδειξε το ταλέντο της στο τραγούδι.
Σπούδασε πιάνο με τη Φώφη Βαφειάδου και τραγούδι με την Ειρήνη Σκέπερς στο Εθνικό Ωδείο. Το 1956 πήρε πρώτο βραβείο και αριστείο εξαιρετικής επίδοσης. Μετά πήγε στο Μιλάνο με κρατική υποτροφία και δούλεψε τρία χρόνια με τους αρχιμουσικούς Αντόνιο Τονίνι και Αντόνιο Ναρντούκι, μαθαίνοντας βαθιά το ιταλικό ρεπερτόριο.
Η αρχή στην Εθνική Λυρική Σκηνή
Το 1958 μπήκε στην Εθνική Λυρική Σκηνή ως χορωδός, αλλά γρήγορα υπέγραψε ως μονωδός και έγινε βασικό μέλος. Μέχρι το 1987 έπαιξε σε 93 παραγωγές, παίρνοντας κεντρικούς ρόλους σε όπερες όπως ο «Φάουστ», η «Κάρμεν» και ο «Κουρέας της Σεβίλλης». Ξεχώριζε για το δραματικό της στυλ και την τεχνική της.
Κινητήρια δύναμη για το ελληνικό κοινό έμειναν οι εμφανίσεις της στην Επίδαυρο δίπλα στη Μαρία Κάλλας. Το 1960 έκανε την Ανταλτζίζα στη «Νόρμα» και το 1961 τη Νέρις στη «Μήδεια». Αυτές οι παραστάσεις έμειναν στη μνήμη όλων ως ιστορικές στιγμές της όπερας στην Ελλάδα.
Πρεμιέρες και διδασκαλία
Πήρε μέρος στις πρώτες παραστάσεις έργων όπως οι «Διάλογοι Καρμηλιτισσών», ο «Ναμπούκκο» και η «Κασσιανή». Έπαιξε και σε σύγχρονα έργα Ελλήνων συνθετών, όπως ο «Φάλσταφ» και η «Στέψη της Ποππαίας». Ταξίδεψε σε φεστιβάλ μέσα και έξω από την Ελλάδα, δούλεψε με μεγάλες ορχήστρες και ηχογράφησε ελληνική μουσική.
Από το 1974 δίδαξε στο Ωδείο Αθηνών, δίνοντας εμπειρία σε νέους τραγουδιστές. Στη δεκαετία του ’90 μπήκε στο Διοικητικό Συμβούλιο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Το 2023 την τίμησαν στην πρεμιέρα της «Μήδειας» του Κερουμπίνι στην Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος, δίνοντάς της πλακέτα για την προσφορά της.
Τελευταία φορά εμφανίστηκε δημόσια στο ντοκιμαντέρ της ΕΛΣ για τη Μαρία Κάλλας, μιλώντας για τις συνεργασίες τους στην Επίδαυρο. Η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη είπε ότι η Κική Μορφωνιού ήταν «σημείο αναφοράς στον πολιτιστικό μας βίο», τονίζοντας ότι άφησε «ανεξίτηλο, διαρκές και επιδραστικό αποτύπωμα» στη λυρική τέχνη, τόσο ως ερμηνεύτρια όσο και ως δασκάλα. Η κηδεία της έγινε σε κλειστό κύκλο, με πολλούς από τον χώρο της όπερας να αποχαιρετούν μια εμβληματική φιγούρα.