Ο Evan Fournier γύρισε πίσω στο παιχνίδι που αγαπάει με τον Ολυμπιακό και το έδειξε στο δεύτερο επεισόδιο της σειράς Man to Man Powered by Stoiximan. Μίλησε ανοιχτά για την πρώτη του χρονιά στην Ελλάδα, την ξαναβγαλμένη φλόγα στο μπάσκετ και το πλάνο να κλείσει την καριέρα του στο ΣΕΦ. Η συνέντευξη βγήκε από μέσα του, σαν να μοιράζεται ιστορίες με φίλους.
Ο Γάλλος παίκτης δεν κρατήθηκε και περιέγραψε πώς ταίριαξε γρήγορα στο σύστημα του Γιώργου Μπαρτζώκα, την καθημερινότητα στην Ελλάδα και τον ρόλο της οικογένειας στη ζωή ενός αθλητή. Άγγιξε και την εμπειρία από το NBA και το πέρασμα στην Ευρωλίγκα. Τέλος, μίλησε για τους φιλάθλους, το φαγητό και τις διαφορές ανάμεσα σε Ευρώπη και Αμερική.
Η φλόγα που ξαναπήρε φωτιά
Ο Fournier θυμήθηκε τα παλιά χρόνια όπου έπαιζε με όλο του το συναίσθημα. Στο NBA τα πράγματα άλλαξαν, με τόσα ματς που δεν άντεχε να δίνει τα πάντα σε κάθε ένα. Εδώ, με τον Ολυμπιακό, βρήκε ξανά αυτή την ενέργεια.
«Νεότερος ήμουν πραγματικά συναισθηματικός στο γήπεδο. Έπαιζα πολύ με συναίσθημα. Ίσως υπερβολικά πολύ… Παίζοντας στο ΝΒΑ, είναι πάρα πολλά τα παιχνίδια για να το κάνεις αυτό. Θα “συντριβείς”, θα έχεις τρελά σκαμπανεβάσματα επειδή βιώνεις και αποδέχεσαι αυτά τα συναισθήματα. Και παρόλο που τώρα είμαι πιο στωικός, το πάθος εδώ μου επέτρεψε να επιστρέψω σε αυτό. Ένιωσα υπέροχα να παίζω με αυτή τη “φλόγα” και αυτή την ενέργεια… Αυτό μου έλειπε. Χαίρομαι πραγματικά που εδώ μπόρεσα να νιώσω ξανά ζωντανός!».
Η ρουτίνα και η οικογένεια τον κρατάνε σε ισορροπία, ειδικά μετά τη μεγάλη αλλαγή από Αμερική σε Ελλάδα.
Νέα αρχή στο ΣΕΦ
Η προσαρμογή ήρθε χωρίς μεγάλες δυσκολίες, παρόλο που άφησε πίσω 12 χρόνια NBA και μια ζωή στις ΗΠΑ. Δεν είχαν έρθει ποτέ πριν στην Ελλάδα, με δύο παιδιά, οπότε όλα ήταν καινούργια. Οι άνθρωποι του Ολυμπιακού και όλοι γύρω τους έκαναν τα πάντα να νιώσουν άνετα.
«Ήταν προφανώς μια μεγάλη αλλαγή το να αφήσω τις ΗΠΑ, το ΝΒΑ, έχοντας περάσει εκεί σχεδόν όλη την επαγγελματική καριέρα μου, για 12 σεζόν. Πριν από τη μετακόμισή μας εδώ, δεν είχαμε έρθει ποτέ στην Ελλάδα, επομένως δεν ξέραμε τι να περιμένουμε. Έχουμε δύο παιδιά, οπότε είναι μια μεγάλη αλλαγή για την οικογένειά μας, για μένα, για την καριέρα μου και τα όλα τα άλλα. Ήρθαμε χωρίς προσδοκίες και προφανώς μας φέρθηκαν εξαιρετικά καλά οι άνθρωποι, ο σύλλογος, όλοι. Όλοι προσπάθησαν και έκαναν σαφώς μια προσπάθεια να μας κάνουν να αισθανθούμε καλά και είμαστε εξαιρετικά ευγνώμονες γι’ αυτό».
Όταν ήρθε η ώρα για επέκταση συμβολαίου, δεν το σκέφτηκε διπλά. Θέλει να τελειώσει εδώ την καριέρα του, όσα χρόνια κι αν μείνουν.
«Δεν χρειάστηκε πολλή σκέψη. Μετά το τέλος της σεζόν, ο ατζέντης μου και η ομάδα είχαν μια συνάντηση και εξέτασαν το ενδεχόμενο. Εδώ είναι που θέλω να βρίσκομαι. Θέλω να τελειώσω την καριέρα μου εδώ. Δεν ξέρω πόσα χρόνια μου απομένουν, όμως εδώ θέλω να μείνω. Αυτό είναι το σπίτι μου τώρα. Έτσι, η απόφαση ήταν πολύ εύκολη».
Για τον Μπαρτζώκα μίλησε με θαυμασμό, λέγοντας ότι η φιλοσοφία του βασίζεται στην ομάδα και όχι στην ατομική δόξα. Στη Νέα Υόρκη ήταν άλλο πράγμα, με πολλές μοναχικές επιθέσεις. Η μετάβαση έγινε παιχνιδάκι.
«Έχω παίξει για πολλούς διαφορετικούς προπονητές, πολλές διαφορετικές φιλοσοφίες και είμαι σε θέση να προσαρμοστώ σχεδόν σε όλα… Ο κόουτς Μπαρτζώκας είναι mastermind! Επιθετικά είναι εξαιρετικά έξυπνος. Ο τρόπος που σκέφτεται το παιχνίδι και η προσέγγισή του είναι εξαιρετική. Θέλω να πω ότι είναι προσανατολισμένος στην ομάδα, το οποίο ήταν μεγάλη διαφορά από το να έρχεσαι από τη Νέα Υόρκη, όπου υπήρχε πολύ παιχνίδι “απομόνωσης”. Δίνεις στον καλύτερο παίκτη σου τη μπάλα ανά πάσα στιγμή και έχεις σουτέρ να τον περιτριγυρίζουν και αυτό εδώ ήταν αναζωογονητικό… Ήταν πολύ εύκολη η μετάβαση».
Δεν βλέπει τον εαυτό του σαν μέντορα, αλλά αν κάποιος νεότερος ρωτήσει, θα βοηθήσει. Η ηγεσία έρχεται από το παράδειγμα, όχι από λόγια.
«Δεν βλέπω τον εαυτό μου ως μέντορα. Δεν έχω ούτε εγώ κάποιο πρότυπο. Είμαι παίκτης μπάσκετ. Δεν θεωρώ τον εαυτό μου μέντορα για κανέναν. Αν, φυσικά, υπάρχει ένας παίκτης ή ένας νεότερος παίκτης που θέλει να μάθει και να κάνει ερωτήσεις και είναι περίεργος για τα πράγματα, τότε ευχαρίστως θα έδινα τη συμβουλή μου. Αλλά δεν είμαι από αυτούς που λένε “αυτό έκανα, αυτός είμαι εγώ και θα με ακούσεις”. Είναι σπουδαίο να είσαι ηγέτης απλώς επειδή σε παρατηρήσουν».
Οι Έλληνες φίλαθλοι τον εντυπωσιάζουν με το πάθος τους, σε αντίθεση με Γάλλους ή Αμερικανούς. Εδώ η ομάδα είναι τρόπος ζωής, σαν οικογένεια. Το είδε στο Ευρωμπάσκετ, συγκρίνοντας με τα δικά του μετάλλια.
«Δεν μπορείς να το συγκρίνεις… Οι Έλληνες φίλαθλοι είναι παθιασμένοι! Δεν λέω ότι στη Γαλλία δεν έχουμε οπαδούς, αλλά δεν είναι το ίδιο, φίλε. Εδώ η ομάδα αντιπροσωπεύει κάτι περισσότερο από μια απλή ομάδα μπάσκετ ή ποδοσφαίρου. Είναι σαν… Είναι σαν οικογένεια, σαν τρόπος ζωής. Μιλούσα με τον Μους (σ.σ.: Φαλ) το καλοκαίρι, επειδή παρακολουθούσαμε το Ευρωμπάσκετ και το πώς συμμετείχαν οι Έλληνες φίλαθλοι και τι σήμαινε γι’ αυτούς να κερδίσουν αυτό το μετάλλιο. Ο Μους κι εγώ πήραμε δύο μετάλλια μαζί, δύο ασημένια, ένα ασημένιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Τόκιο και ένα στο Ευρωμπάσκετ 2022. Και η αντίδραση των οπαδών μας, όταν πήραμε τα μετάλλια, ήταν εντελώς διαφορετική».
Το ελληνικό φαγητό τον κέρδισε, βλέπει μέσα του την κουλτούρα φιλοξενίας. Δεν είναι πάντα εκλεπτυσμένο όπως στη Γαλλία, αλλά γεμίζει με αγάπη. Μοιράζεται εύκολα και δείχνει ποιοι είναι οι Έλληνες.
«Όταν μετακομίζεις σε μια χώρα, πρέπει να αγκαλιάσεις την κουλτούρα, τους ανθρώπους… Το φαγητό είναι σίγουρα ένας τρόπος για να γνωρίσεις τους ανθρώπους. Το φαγητό είναι σπουδαίο γιατί μπορείς να το μοιραστείς και λέει πολλά για την κουλτούρα. Το ελληνικό φαγητό είναι, είναι… Πώς μπορώ να το πω αυτό στα αγγλικά; Σε εκπληρώνει! Είναι δοτικό. Δεν είναι το πιο εκλεπτυσμένο φαγητό, όπως αυτό που έχουμε σε κάποια μέρη, όπως στη Γαλλία, αλλά υπάρχει πολλή αγάπη στο φαγητό στην Ελλάδα και αυτό αντικατοπτρίζει πολύ καλά το πώς είναι οι Έλληνες».
Για την απονομή του τίτλου, θυμήθηκε την αγκαλιά με Ναν και Χουάντσο. Στο γήπεδο είναι πόλεμος, αλλά μετά τελειώνει με σεβασμό. Δεν έγινε κάτι τρελό πέρσι.
«Οι παίκτες έχουμε σεβασμό ο ένας για τον άλλον και απλώς αγωνιζόμασταν. Η ένταση ανέβηκε έξω από τα αποδυτήρια. Στο γήπεδο παίζουμε για τη νίκη, δεν υπάρχει καμία φιλία, όμως όταν όλα τελειώνουν, ακόμα κι αν δεν συμπαθείς κάποιον, τελειώνει. Λες συγχαρητήρια, οτιδήποτε, ή “τα λέμε την επόμενη φορά”… Δεν είμαστε εδώ για να γίνουμε κολλητοί. Δεν πειράζει. Είναι απολύτως εντάξει, αλλά δεν νομίζω ότι υπήρξε κάτι τρελό πέρυσι από την πλευρά των παικτών».
Συγκρίνοντας Ευρώπη και Αμερική, βλέπει την Ευρωλίγκα να ανεβαίνει. Περισσότεροι Ευρωπαίοι σταρ, λεφτά στις ομάδες και Αμερικανοί που κοιτάνε πια εδώ. Μεγάλα ονόματα τραβάνε κι άλλα.
«Υπάρχουν όλο και περισσότεροι Ευρωπαίοι σταρ στο παιχνίδι και όλο και περισσότερος κόσμος παρακολουθεί τα Ευρωμπάσκετ και τις διοργανώσεις της FIBA και στις Η.Π.Α…. Το πρώτο μου Ευρωμπάσκετ ήταν το 2015 και ο κόσμος εκεί δεν έδινε τότε δεκάρα! Υπάρχει μια μεγαλύτερη δεξαμενή ανθρώπων που ενδιαφέρονται για το ευρωπαϊκό μπάσκετ, υπάρχουν πιθανώς περισσότερα χρήματα για τις ομάδες και οι Αμερικανοί παίκτες κοιτάζουν την Ευρωλίγκα λίγο περισσότερο… Τα μεγάλα ονόματα που έρχονται στην Ευρωλίγκα προσελκύουν άλλα μεγάλα ονόματα και νομίζω ότι θα αρχίσετε να βλέπετε όλο και περισσότερους έμπειρους παίκτες του ΝΒΑ, που αξιοπρόσεκτες καριέρες στο ΝΒΑ, να έρχονται».