Οι πρόσφατες δηλώσεις του Ντόναλντ Τραμπ στο Fox News όχι μόνο αναζωπύρωσαν τη συζήτηση για το μέλλον του πολέμου στην Ουκρανία, αλλά αποκάλυψαν και το περίπλοκο παρασκήνιο μιας γεωπολιτικής σκακιέρας, όπου κάθε κίνηση έχει πολλαπλές αναγνώσεις και στόχους.
Το μήνυμα Τραμπ: Διπλωματία και Προειδοποιήσεις
Ο πρώην, και πιθανός μελλοντικός, Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, με το χαρακτηριστικό του ύφος που συνδυάζει ευθύτητα και στρατηγική αοριστία, άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο μιας επικείμενης εξέλιξης στις σχέσεις με τη Ρωσία. «Θα μάθουμε για τον Πούτιν μέσα στις επόμενες δύο εβδομάδες», δήλωσε, προσθέτοντας πως αναμένει “θετική” κίνηση, αλλιώς, ο Ρώσος ομόλογός του “θα βρεθεί σε πολύ δύσκολη θέση”. Αυτή η φράση δεν ήταν τυχαία. Σηματοδοτεί την πρόθεση του Τραμπ να επανατοποθετηθεί ως ο βασικός παίκτης που μπορεί να επιλύσει την κρίση, μια θέση που ενισχύει την εικόνα του τόσο στο εσωτερικό των ΗΠΑ όσο και διεθνώς.
Ο Τραμπ, αν και απέφυγε σαφείς δεσμεύσεις για στρατιωτική εμπλοκή, επιχείρησε να εδραιώσει την πεποίθηση ότι είναι ο μόνος Δυτικός ηγέτης με την ικανότητα να διαπραγματευτεί αποτελεσματικά με τον Ρώσο πρόεδρο, Βλαντίμιρ Πούτιν. Χαρακτήρισε τις πρόσφατες συνομιλίες τους στην Αλάσκα “θερμές” και έκανε λόγο για “καλή αίσθηση”, εκφράσεις που έρχονται σε ευθεία αντίθεση με την ψυχρή διπλωματική σχέση που παραδοσιακά χαρακτηρίζει τις Ουάσινγκτον-Μόσχα επαφές. Αυτή η ρητορική αποκαλύπτει τη στρατηγική του να προβάλλει μια μοναδική, προσωπική σύνδεση με το Κρεμλίνο, προσδίδοντας κύρος στις μελλοντικές τους διαπραγματεύσεις ως μέσων επίλυσης της σύγκρουσης.
(Αυτο)Πίεση στον Ζελένσκι και η στάση του Κιέβου
Οι δηλώσεις του Τραμπ ασκούν άμεση πίεση στον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Ο Αμερικανός πολιτικός τον κάλεσε να επιδείξει “ευελιξία” στις διαπραγματεύσεις, υπονοώντας μάλιστα ότι η επιδίωξη ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ ήταν “λανθασμένη” απόφαση. Για τον Ζελένσκι, του οποίου η διεθνής νομιμοποίηση και η εσωτερική στήριξη εξαρτώνται άμεσα από τη σταθερή υποστήριξη ΗΠΑ και Ευρώπης, κάθε υπαινιγμός περί συμβιβασμού ή χαλάρωσης αυτής της στήριξης, είναι εξαιρετικά αποδυναμωτικός. Το Κίεβο, παρόλα αυτά, συνεχίζει να επιμένει σε μια γραμμή που προϋποθέτει την πλήρη αποχώρηση των ρωσικών δυνάμεων από τα ουκρανικά εδάφη ως βάση για οποιαδήποτε ειρηνευτική συζήτηση. Οι πρόσφατες κοινές εμφανίσεις του Ζελένσκι με Ευρωπαίους ηγέτες στον Λευκό Οίκο αποσκοπούσαν στην εκπομπή μηνύματος ενότητας και ακλόνητης στήριξης, αν και η στρατηγική δέσμευση των συμμάχων παραμένει ένα αβέβαιο στοιχείο.
Η Ρωσία: Απονομιμοποίηση και τακτικές καθυστέρησης
Από την πλευρά της, η Μόσχα εκμεταλλεύεται την κατάσταση, ενισχύοντας τη δική της ατζέντα. Ο Σεργκέι Λαβρόφ, Υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, υπογράμμισε ότι οποιαδήποτε κατ’ ιδίαν συνάντηση Πούτιν-Ζελένσκι πρέπει να είναι “καλά προετοιμασμένη” και όχι απλώς μια συμβολική κίνηση. Στην ουσία, το Κρεμλίνο επιδιώκει την απονομιμοποίηση του Ζελένσκι ως ισότιμου συνομιλητή, αναφερόμενο συστηματικά στο “καθεστώς του Κιέβου”. Αυτή η ρητορική δεν είναι τυπική διπλωματική επιλογή αλλά στρατηγική ταπείνωσης, καθώς ο Πούτιν γνωρίζει ότι μια φωτογραφία με τον Ζελένσκι θα προσέδιδε κύρος στον Ουκρανό πρόεδρο, κάτι που αντιφάσκει με το ρωσικό αφήγημα πως η Ουκρανία δεν είναι ένα κυρίαρχο κράτος, αλλά αναπόσπαστο μέρος της Ρωσίας.
Ο Ρώσος πρόεδρος, από την έναρξη του πολέμου, επιδίωξε να θεμελιώσει τις φιλοδοξίες του στην ιδέα ότι η Ουκρανία είναι ιστορικά ρωσικό έδαφος. Η αναγνώριση των αυτοανακηρυχθεισών “Λαϊκών Δημοκρατιών” στο Ντονμπάς αποτέλεσε την πρώτη κίνηση αυτής της στρατηγικής, η οποία σήμερα επικεντρώνεται στον πόλεμο φθοράς, στις σταθερές εδαφικές κατακτήσεις και την πλήρη απονομιμοποίηση του ουκρανικού κράτους. Σε αυτό το πλαίσιο, μια απευθείας συνάντηση με τον Ζελένσκι θα ήταν όχι μόνο αχρείαστη, αλλά και επιζήμια για την εικόνα που οι Ρώσοι θέλουν να καλλιεργήσουν.
Η Ευρωπαϊκή Στρατηγική και τα Όριά της
Οι Ευρωπαίοι ηγέτες, ιδιαίτερα ο Γερμανός καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς, επιμένουν ότι καμία ουσιαστική διαπραγμάτευση δεν μπορεί να ξεκινήσει χωρίς προηγούμενη εκεχειρία. «Δεν μπορώ να φανταστώ επόμενη συνάντηση χωρίς εκεχειρία», δήλωσε χαρακτηριστικά. Αυτή η στάση δεν είναι μόνο ανθρωπιστική, αλλά στρατηγική. Στόχος είναι να σταματήσει η αιματοχυσία και να αποτραπεί η περαιτέρω ενίσχυση της ρωσικής διαπραγματευτικής θέσης μέσω συνεχών στρατιωτικών κερδών. Μια εκεχειρία θα παγώσει τη δυναμική στο πεδίο και θα δώσει χρόνο στον ουκρανικό στρατό να ανασυνταχθεί. Ωστόσο, η επιμονή αυτή φανερώνει και τα όρια της ευρωπαϊκής ισχύος. Χωρίς την πλήρη στήριξη των ΗΠΑ, η Ευρώπη δεν διαθέτει τα μέσα για να επιβάλει μια τέτοια προϋπόθεση, καθώς η ρωσική πλευρά δεν δείχνει διάθεση για συμβιβασμό χωρίς σημαντικά κέρδη στο πεδίο.
Οι Ευρωπαίοι εκφράζουν ιδιαίτερη ανησυχία για τη φαινομενική στροφή του Τραμπ, ο οποίος, ενώ αρχικά συμφωνούσε με την αναγκαιότητα της εκεχειρίας, φέρεται να υιοθετεί πλέον γραμμή πιο κοντά στις ρωσικές θέσεις μετά τη συνάντησή του με τον Πούτιν στην Αλάσκα. Αυτή η αλλαγή ερμηνεύεται ως διπλωματική νίκη της Μόσχας και αποτελεί ανησυχητικό σημάδι για την Ουκρανία, η οποία κινδυνεύει να βρεθεί εγκλωβισμένη σε έναν πόλεμο χωρίς ξεκάθαρη δέσμευση των συμμάχων της.
Το Τρίγωνο της Γεωπολιτικής Ισχύος
Το μέλλον του πολέμου στην Ουκρανία φαίνεται να καθορίζεται από ένα εύθραυστο τρίγωνο: Τραμπ – Πούτιν – Ζελένσκι. Η Ευρώπη, αν και επιθυμεί ανθρωπιστική επίλυση, βρίσκεται σε ρόλο πιεστικού αλλά ανίσχυρου παρατηρητή, χωρίς τα μέσα να επιβάλει ούτε εκεχειρία ούτε πολιτική λύση. Ο Τραμπ επιθυμεί να παρουσιαστεί ως ο ηγέτης που μπορεί να φέρει ειρήνη, ο Πούτιν ως ο ισχυρός που δεν υποκύπτει σε πιέσεις, ενώ ο Ζελένσκι προσπαθεί να διατηρήσει την υποστήριξη που χρειάζεται για να επιβιώσει η χώρα του.
Αν οι δηλώσεις του Αμερικανού προέδρου αποδειχθούν προοίμιο μιας νέας στρατηγικής προσέγγισης, η Ουκρανία κινδυνεύει να βρεθεί αποδυναμωμένη, ανάμεσα σε μια Ρωσία που κερδίζει στο πεδίο και σε μια Δύση που δείχνει σημάδια κόπωσης. Αυτό το σενάριο ίσως αποδειχθεί ακόμη πιο επικίνδυνο από τον ίδιο τον πόλεμο, καθώς θα σημάνει ότι η τελική λύση δεν θα αναζητηθεί με όρους δικαιοσύνης και ισορροπίας, αλλά μέσα από τον ωμό κυνισμό της γεωπολιτικής ισχύος.