Η Ιερά Σύνοδος θα διαβάσει ένα κείμενο στις εκκλησίες με αναφορές στην απόφασή της κατά του γάμου των ομοφύλων ζευγαριών. Το κείμενο περιλαμβάνει αποσπάσματα από το βιβλίο της Γένεσης και μήνυμα αγάπης προς τους “αμαρτωλούς”. Σημειώνεται επίσης η δυαδικότητα των δύο φύσεων και η συμπληρωματικότητά τους ως δώρο του Θεού, καθώς και η άποψη ότι ο χριστιανικός γάμος αντιπροσωπεύει ένα ιερό μυστήριο. Το έγγραφο της Ιεράς Συνόδου υπογραμμίζει τη σημασία της παραδοσιακής χριστιανικής οικογένειας, η οποία αποτελείται από πατέρα, μητέρα και παιδιά. Επίσης, αναλύει το έργο της Εκκλησίας και αναφέρεται στη Θεολογία του Γάμου. Στην ανακοίνωσή της, η Ιερά Σύνοδος εκφράζει τις θέσεις της και ενημερώνει το πλήρωμά της για το θέμα.
Το κείμενο ολοκληρώνεται με αναφορές στο εργο της εκκλησίας, την αγάπη της προς όλους τους ανθρώπους και τη θεολογία του γάμου από την άποψη της Εκκλησίας.Γάμος, Εξομολόγηση και Θεία Κοινωνία του Σώματος και του Αίματος του Χριστού. Κάθε διακοπή αυτής της σύνδεσης δημιουργεί εκκλησιολογικά προβλήματα.
Έτσι, βαπτιζόμαστε και χρίζονται για να κοινωνήσουμε του Σώματος και του Αίματος του Χριστού. Ο γάμος πραγματοποιείται ώστε οι σύζυγοι και η οικογένεια να συμμετέχουν στο Μυστήριο της θείας Ευχαριστίας και να κοινωνήσουν του Σώματος και του Αίματος του Χριστού. Ο προσπερασμός αυτών των μυστηρίων οδηγεί στην εκκοσμίκευση. Η Εκκλησία βασίζεται σε αυτήν την Παράδοση, που δόθηκε από τον Θεό στους Άγιους, και δεν μπορεί να δεχθεί κάποια άλλη μορφή Γάμου, πολύ περισσότερο τον λεγόμενο “ομοφυλοφιλικό γάμο”.
Πολιτικός γάμος
Σε ένα ευνομούμενο Κράτος, η Πολιτεία, με τα συντεταγμένα όργανά της, έχει την αρμοδιότητα να καταρτίζει νομοσχέδια και να ψηφίζει νόμους, έτσι ώστε να υπάρχει ενότητα, ειρήνη και αγάπη στην κοινωνία. Η Εκκλησία, όμως, ως θεσμός αρχαίοτατος, έχει διαχρονικές παραδόσεις αιώνων, συμμετέχει σε όλες τις κατά καιρούς δοκιμασίες του λαού, συνεισέφερε αποφασιστικά στην ελευθερία του, και πρέπει όλοι να σέβονται τον ιδιαίτερο λόγο της.
Στο θέμα του λεγόμενου “πολιτικού γάμου των ομοφυλοφίλων”, η Ιερά Σύνοδος όχι μόνο δεν μπορεί να σιωπήσει αλλά πρέπει να μιλήσει, από αγάπη και φιλανθρωπία σε όλους. Γι’ αυτό η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος, στην πρόσφατη απόφασή της, με ομόφωνο και ενωτικό τρόπο, για λόγους τους οποίους αιτιολόγησε, δήλωσε ότι “είναι κάθετα αντίθετη προς το προωθούμενο νομοσχέδιο”.
Αυτή η σαφής απόφαση στηρίζεται στο ότι “οι εμπνευστές του νομοσχεδίου και οι συνευδοκούντες σε αυτό προωθούν την κατάργηση της πατρότητας και της μητρότητας και τη μετατροπή τους σε ουδέτερη γονεϊκότητα, την εξαφάνιση των ρόλων των δύο φύλων μέσα στην οικογένεια και θέτουν πάνω από τα συμφέροντα των μελλοντικών παιδιών τις σεξουαλικές επιλογές των ομοφυλοφίλων ενηλίκων”. Επιπλέον, η θέσπιση της “υιοθεσίας παιδιών” “καταδικάζει τα μελλοντικά παιδιά να μεγαλώνουν χωρίς πατέρα ή μητέρα σε ένα περιβάλλον σύγχυσης των γονεϊκών ρόλων”, αφήνοντας όμως ανοικτή την εναλλακτική “παρένθετη κύηση”, που θα δώσει κίνητρα “για την εκμετάλλευση ευάλωτων γυναικών” και αλλοιώνει τον ιερό θεσμό της οικογένειας.
Όλα αυτά η Εκκλησία, η οποία πρέπει να εκφράζει το θέλημα του Θεού και να καθοδηγεί ορθόδοξα τα μέλη της, δεν μπορεί να τα αποδεχθεί, διότι διαφορετικά θα προδώσει την αποστολή της. Και το κάνει αυτό όχι μόνο από αγάπη στα μέλη της, αλλά από αγάπη και στην ίδια την Πολιτεία και τους θεσμούς της, έτσι ώστε να προσφέρουν στην κοινωνία και να συντελούν στην ενότητά της. Αποδεχόμαστε, βέβαια, τα δικαιώματα των ανθρώπων τα οποία κινούνται σε επιτρεπτά όρια, σε συνδυασμό με τις υποχρεώσεις τους, αλλά η νομιμοποίηση του απόλυτου “δικαιωματισμού”, που είναι θεοποίηση των δικαιωμάτων, προκαλεί την ίδια την κοινωνία.
“Η οικογένεια, θεμέλιο της συντήρησης του Έθνους”
Η Εκκλησία ενδιαφέρεται για την οικογένεια, η οποία αποτελεί το κύτταρο της Εκκλησίας, της κοινωνίας και του Έθνους. Σε αυτό πρέπει να συντείνει και η Πολιτεία, όπως διατυπώνεται στο ισχύον Σύνταγμα, ότι “η οικογένεια ως θεμέλιο της συντήρησης και προαγωγής του Έθνους, καθώς και ο Γάμος, η μητρότητα και η παιδική ηλικία τελούν υπό την προστασία του Κράτους” (άρθρο 21). Σύμφωνα με τον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος, που είναι νόμος του Κράτους (590/1977), “η Εκκλησία της Ελλάδος συνεργάζεται με την Πολιτεία προκειμένου περί θεμάτων κοινού ενδιαφέροντος ως… της εξυψώσεως του θεσμού του γάμου και της οικογενείας” (άρθρο 2).
Έτσι, προτρέπουμε την Πολιτεία να αντιμετωπίσει το Δημογραφικό πρόβλημα, που εξελίσσεται σε βόμβα έτοιμη να εκραγεί και είναι το εθνικό θέμα της εποχής μας, το οποίο η επίλυσή του υπονομεύεται από το προς ψήφιση νομοσχέδιο, και την καλούμε να υποστηρίξει τις πολύτεκνες οικογένειες που προσφέρουν πολλά στην κοινωνία και το Έθνος.
Όλα αυτά, η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος ανακοινώνει σε όλα τα μέλη της “με αίσθημα ποιμαντικής ευθύνης και αγάπης,” διότι όχι μόνο ο λεγόμενος “γάμος των ομοφυλοφίλων” είναι ανατροπή του Χριστιανικού Γάμου και του θεσμού της πατροπαράδοτης ελληνικής οικογένειας, αλλάζοντας το πρότυπό της, αλλά και διότι η ομοφυλοφιλία έχει καταδικαστεί από τη σύνολη εκκλησιαστική παράδοση, αρχής γενομένης από τον Απόστολο Παύλο (Ρωμαίους α', 2432), και αντιμετωπίζεται με την μετάνοια, η οποία είναι αλλαγή τρόπου ζωής.
Η Εκκλησία αγαπά κάθε αμαρτωλό
Φυσικά, υφίσταται η βασική αρχή ότι, ενώ η Εκκλησία καταδικάζει την κάθε αμαρτία ως αποτάσει του ανθρώπου από το Φως και την αγάπη του Θεού, ταυτόχρονα αγαπά τον κάθε αμαρτωλό, διότι και αυτός έχει το “κατ’ εικόνα Θεού” και μπορεί να φτάσει στο “καθ’ ομοίωσιν”, εάν συνεργηθεί στην Χάρη του Θεού.
Αυτ