H διπλωματία μπορεί να παίρνει απρόσμενα μονοπάτια, όπως αποδεικνύει η ιστορία ενός συνταξιούχου στην Αλάσκα, ο οποίος βρέθηκε στο επίκεντρο γεωπολιτικών παιχνιδιών και έλαβε ένα πανάκριβο δώρο από τη ρωσική κυβέρνηση, μετά από μια συνέντευξη που έγινε viral.
Ο απροσδόκητος πρωταγωνιστής της Άνκορατζ
Η πρόσφατη συνάντηση κορυφής στην Άνκορατζ της Αλάσκας, μεταξύ του τότε Προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, και του Ρώσου ομολόγου του, Βλαντίμιρ Πούτιν, μονοπώλησε το παγκόσμιο ενδιαφέρον για τις κρίσιμες γεωπολιτικές της προεκτάσεις. Ωστόσο, ο μεγαλύτερος, και σίγουρα ο πιο απροσδόκητος, «κερδισμένος» αυτής της συνάντησης φαίνεται να ήταν ο Μαρκ Γουόρεν, ένας συνταξιούχος από την Αλάσκα.
Ο κ. Γουόρεν, πρώην επιθεωρητής πυρασφάλειας στον Δήμο Άνκορατζ, βρέθηκε ξαφνικά στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος, όταν ένα συνεργείο ρωσικού τηλεοπτικού δικτύου τον προσέγγισε τυχαία. Εκείνος οδηγούσε την παλιά του μοτοσικλέτα Ural, ένα ιστορικό ρωσικό μοντέλο με sidecar, και ζητήθηκε μια σύντομη συνέντευξη. Με διάθεση χιούμορ, ο Γουόρεν μίλησε για τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε στην εύρεση ανταλλακτικών για τη μοτοσικλέτα του, λόγω των κυρώσεων που είχαν επιβληθεί στη Ρωσία. Δεν φανταζόταν στιγμή ότι τα λόγια του θα γίνονταν viral, προκαλώντας αλυσιδωτές αντιδράσεις σε ανώτατο κυβερνητικό επίπεδο.
Ένα δώρο αξίας 22.000 δολαρίων από τη Μόσχα
Λίγες μόλις ημέρες πριν από την έναρξη της συνόδου κορυφής, ο Ρώσος δημοσιογράφος που είχε πάρει την αρχική συνέντευξη κάλεσε τον Γουόρεν για να του μεταφέρει μία εντελώς απρόσμενη είδηση: η κυβέρνηση της Μόσχας είχε αποφασίσει να του χαρίσει μία ολοκαίνουργια Ural Gear Up, αξίας 22.000 δολαρίων. Αρχικά, ο Γουόρεν θεώρησε πως επρόκειτο για φάρσα, αδυνατώντας να πιστέψει την εξέλιξη.
Ωστόσο, μετά το πέρας της τριώρης συνομιλίας Τραμπ – Πούτιν στην αεροπορική βάση Elmendorf-Richardson, έλαβε το επιβεβαιωτικό μήνυμα: η ολοκαίνουργια μοτοσικλέτα τον περίμενε σε κεντρικό ξενοδοχείο της πόλης. Η παράδοση πραγματοποιήθηκε με τρόπο που θύμιζε κινηματογραφική σκηνή: έξι άνδρες, μεταξύ των οποίων δύο δημοσιογράφοι και ένας εκπρόσωπος του ρωσικού προξενείου, τον υποδέχθηκαν στο πάρκινγκ, όπου η μηχανή τον περίμενε λαμπερή, μόλις μία ημέρα μετά την παραγωγή της στη γραμμή συναρμολόγησης.
«Μου έπεσε το σαγόνι. Νόμιζα πως αστειεύονταν», παραδέχθηκε ο Γουόρεν, περιγράφοντας την έκπληξή του. Το μόνο «αντάλλαγμα» που του ζητήθηκε ήταν μερικές φωτογραφίες και μία νέα συνέντευξη. Ο ίδιος, εμφανώς ενθουσιασμένος, οδήγησε τη μηχανή με τους Ρώσους συνεπιβάτες στο sidecar, κάνοντας γύρους, ενώ οι κάμερες κατέγραφαν κάθε του κίνηση.
Η διπλωματία του δώρου και οι επιφυλάξεις
Αυτή η ασυνήθιστη κίνηση από πλευράς ρωσικής κυβέρνησης μπορεί να ερμηνευθεί ως μία μορφή «διπλωματίας του δώρου», με στόχο τη βελτίωση της δημόσιας εικόνας της Ρωσίας και την ενίσχυση των σχέσεων με τους απλούς πολίτες, ιδιαίτερα σε μία περίοδο εντάσεων. Παρά τη φανερή του χαρά, ο Μαρκ Γουόρεν δεν έκρυψε τις επιφυλάξεις του, εκφράζοντας την ανησυχία του για τις πιθανές παρερμηνείες: «Δεν θέλω να φανώ ότι συμμετέχω σε κάποιο ρωσικό σχέδιο. Δεν θέλω μίσος προς το πρόσωπό μου ή την οικογένειά μου επειδή δέχθηκα αυτή τη μηχανή».
Η ιστορία του Μαρκ Γουόρεν αποτελεί ένα παράδειγμα του πώς ένα φαινομενικά ασήμαντο περιστατικό μπορεί να αποκτήσει διπλωματικές διαστάσεις και να αποτελέσει μέρος μιας ευρύτερης στρατηγικής επικοινωνίας μίας χώρας. Αναδεικνύει επίσης την ισχύ των viral φαινομένων και της σύγχρονης πληροφόρησης, που μπορεί να μετατρέψουν έναν απλό πολίτη σε απροσδόκητο παίκτη στην παγκόσμια σκηνή.