Η μνήμη των θυμάτων της τραγωδίας των Τεμπών παραμένει ζωντανή, με συγγενείς και πολίτες να απαιτούν δικαιοσύνη. Η πρόσφατη συγκέντρωση στο Σύνταγμα υπογραμμίζει την αδιάκοπη προσπάθεια για απόδοση ευθυνών και την πάγια ανάγκη για διαφανή διερεύνηση της υπόθεσης, θέτοντας καίρια ερωτήματα για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων και την αποτελεσματικότητα του δικαστικού συστήματος.
Η Ηχώ της Τραγωδίας: Συγκέντρωση και Συμβολισμοί
Την Κυριακή το βράδυ, το κέντρο της Αθήνας έγινε και πάλι σημείο αναφοράς για την τραγωδία των Τεμπών. Μπροστά από τη Βουλή των Ελλήνων, συγγενείς των αδικοχαμένων επιβατών, μέλη της ομάδας «Μέχρι Τέλους» και πλήθος πολιτών ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα για συγκέντρωση. Ο σκοπός ήταν διπλός: να τιμήσουν τη μνήμη των θυμάτων και να υπενθυμίσουν ότι η διεκδίκηση δικαιοσύνης παραμένει ένα ανοιχτό κεφάλαιο, σχεδόν ενάμιση χρόνο μετά το πολύνεκρο δυστύχημα της 28ης Φεβρουαρίου 2023.
Ένα από τα πιο δραστήρια μέλη των συγγενών, ο Πάνος Ρούτσι, ανέλαβε μια λιτή αλλά με έντονο συμβολισμό δράση. Μαζί με άλλους παρευρισκόμενους, επαναχάραξε με κόκκινη μπογιά τα ονόματα των νεκρών πάνω στο οδόστρωμα. Αυτή η κίνηση υπογράμμισε την αποφασιστικότητα των οικογενειών να μην επιτρέψουν την λήθη και να διασφαλίσουν ότι οι υπεύθυνοι θα λογοδοτήσουν. Η παρουσία αστυνομικών δυνάμεων ήταν διακριτική, παραμένοντας σε απόσταση, ενώ ο κόσμος κλήθηκε να παραμείνει στο σημείο μετά το τέλος της δράσης, αποτρέποντας έτσι πιθανή επέμβαση.
Πολιτική Παρουσία και Απαιτήσεις Λογοδοσίας
Στη συγκέντρωση παραβρέθηκε και η πρόεδρος της Πλεύσης Ελευθερίας, Ζωή Κωνσταντοπούλου. Η Κωνσταντοπούλου έχει εκφράσει από την πρώτη στιγμή την πλήρη υποστήριξή της στο αίτημα των συγγενών για διευρεύνηση σε βάθος της υπόθεσης και απόδοση ευθυνών. Η παρουσία πολιτικών προσώπων σε τέτοιου είδους εκδηλώσεις συχνά λειτουργεί ως ενισχυτής του αιτήματος, προσδίδοντας πολιτική βαρύτητα στην κοινωνική απαίτηση για δικαιοσύνη.
Ανάλυση: Το Χρονικό της Ασφάλειας των Σιδηροδρόμων και οι Ελλείψεις
Η τραγωδία των Τεμπών φώτισε με τον πιο οδυνηρό τρόπο τις χρόνιες παθογένειες στο ελληνικό σιδηροδρομικό δίκτυο. Οι αρχικές έρεβες και οι καταθέσεις ανέδειξαν σοβαρές ελλείψεις:
- Το σύστημα φωτοσήμανσης και τηλεδιοίκησης, κρίσιμο για την ασφαλή κυκλοφορία των τρένων, δεν λειτουργούσε στο σύνολό του για μεγάλο χρονικό διάστημα.
- Υπήρχαν ζητήματα στην εκπαίδευση και πιστοποίηση του προσωπικού, ιδιαίτερα των σταθμαρχών.
- Η ανεπαρκής συντήρηση υποδομών και τροχαίου υλικού αποτελούσε συχνό φαινόμενο, οδηγώντας σε επικίνδυνες καταστάσεις.
Σε ευρωπαϊκό πλαίσιο, οι κανονισμοί ασφάλειας των σιδηροδρόμων είναι αυστηροί και προβλέπουν την πλήρη λειτουργία όλων των συστημάτων που διασφαλίζουν την αποφυγή ανθρώπινου λάθους. Η Ελλάδα, ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όφειλε να έχει εναρμονιστεί πλήρως με αυτά τα πρότυπα. Η καθυστέρηση στην υλοποίηση του συστήματος ETCS (European Train Control System), ενός κεντρικού συστήματος ελέγχου της κίνησης των τρένων, αποτελεί ένα από τα πιο σοβαρά σημεία κριτικής.
Η Παράμετρος της Κοινωνικής Πίεσης και του Κράτους Δικαίου
Η συνεχής πίεση από τους συγγενείς των θυμάτων και την κοινωνία, όπως αποδεικνύεται και από την πρόσφατη συγκέντρωση, διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην πορεία των δικαστικών ερευνών. Η καθυστέρηση στην απονομή δικαιοσύνης, η γραφειοκρατία, και η πολυπλοκότητα των διαδικασιών, συχνά φέρνουν σε δύσκολη θέση τους εμπλεκόμενους.
Ανάλυση: Η επιμονή των οικογενειών, παρά τον πόνο, να βρίσκονται σε δημόσια θέα και να υπενθυμίζουν την τραγωδία, αναδεικνύει την απαίτηση για διαφάνεια και λογοδοσία σε ένα κράτος δικαίου. Η απουσία άμεσων και ολιστικών λύσεων για την ασφάλεια των μεταφορών, ειδικά μετά ένα τέτοιο συμβάν, δημιουργεί ένα κλίμα δυσπιστίας που το κράτος οφείλει να γεφυρώσει με απτές ενέργειες και όχι μόνο με υποσχέσεις. Στην πραγματικότητα, η αποτελεσματική λειτουργία του σιδηροδρομικού δικτύου είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την εμπιστοσύνη του κοινού στην ασφάλεια των μετακινήσεων, κάτι που έχει κλονιστεί βαθιά μετά την τραγωδία των Τεμπών. Η επανάκτηση αυτής της εμπιστοσύνης απαιτεί συστηματικές και μακροπρόθεσμες παρεμβάσεις τόσο σε επίπεδο υποδομών όσο και σε επίπεδο θεσμικής διακυβέρνησης.