Σε μια κολοσσιαία επιτυχία των διωκτικών αρχών εξελίσσεται η εξάρθρωση ενός διεθνώς διασυνδεδεμένου κυκλώματος λαθρεμπορίας και νοθείας καυσίμων, που επί μακρόν δρούσε ανενόχλητο στην Ελλάδα, αποκομίζοντας εκατομμύρια ευρώ σε βάρος του Δημοσίου και των καταναλωτών.
Η Πολυεπίπεδη Δράση και ο Διεθνής Ιστός
Η Ελληνική Αστυνομία, σε άριστη συνεργασία με την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) και τις τελωνειακές αρχές, έφερε στο φως μια από τις μεγαλύτερες υποθέσεις στο είδος της. Το εξαρθρωθέν δίκτυο χαρακτηρίζεται από πολυεπίπεδη δράση και διεθνείς διασυνδέσεις, γεγονός που καταδεικνύει την υψηλή του οργάνωση και την πολυπλοκότητα των μεθόδων του. Σύμφωνα με τα στοιχεία της εις βάθος έρευνας, η παράνομη δραστηριότητα απέφερε κέρδη που ξεπερνούν τα 3 εκατομμύρια ευρώ για το έτος 2025 (σ.σ. πιθανό σφάλμα στο αρχικό κείμενο, εννοείται 2023-2024), ενώ οι απώλειες για το Ελληνικό Δημόσιο υπολογίζονται σε τουλάχιστον 1,5 εκατομμύριο ευρώ από διαφυγόντες φόρους και δασμούς.
Η έκταση της δράσης του κυκλώματος κάλυπτε γεωγραφικά περιοχές όπως η Αττική, τα Τρίκαλα, η Ήπειρος και η Λακωνία, γεγονός που υποδεικνύει μια εκτεταμένη αλυσίδα διανομής και εμπορίας. Η οργάνωση ήταν δομημένη με σαφή ιεραρχία, υπό την ηγεσία ενός 39χρονου, και διέθετε δύο κύριους επιχειρησιακούς βραχίονες.
Οι Μέθοδοι της Απάτης: Από τους Διαλύτες στις Εικονικές Εξαγωγές
Ο πρώτος βραχίονας, υπό την εποπτεία ενός 50χρονου υπαρχηγού, ειδικευόταν στην εισαγωγή και διακίνηση χημικών διαλυτών. Μέσω μιας εικονικής μεταφορικής εταιρείας, εισάγονταν από τη Βουλγαρία τεράστιες ποσότητες αυτών των ουσιών. Η αποθήκευση γινόταν σε υπόγειες δεξαμενές σε ένα εγκαταλελειμμένο πρατήριο καυσίμων στα Τρίκαλα. Στη συνέχεια, οι διαλύτες διοχετεύονταν σε συνεργαζόμενα πρατήρια, όπου αναμειγνύονταν με καύσιμα, εκτός του επίσημου συστήματος εισροών-εκροών, δημιουργώντας έτσι νοθευμένα προϊόντα.
Ο δεύτερος βραχίονας επικεντρωνόταν στις εικονικές “εξαγωγές” καυσίμων. Μέσω παραποιημένων τελωνειακών εγγράφων, δηλώνονταν δήθεν εξαγωγές προς την Αλβανία. Στην πραγματικότητα, τα καύσιμα παρέμεναν σε εγκαταστάσεις στη Θεσσαλονίκη και διακινούνταν παράνομα στην εγχώρια αγορά. Για να “κλείνουν” οι ανοιχτές τελωνειακές διασαφήσεις και να μην κινούνται υποψίες, χρησιμοποιούνταν φορτία ελαίων πετρελαίου από την Ιταλία, παρουσιάζοντας στις αρχές διαφορετικά προϊόντα από αυτά που πραγματικά διακινούνταν.
Το Λογισμικό “Solitaire” και οι Ελλειμματικές Παραδόσεις
Ένα από τα πιο ευφυή και δόλια μέσα που χρησιμοποιούσε το κύκλωμα ήταν η παρέμβαση στις αντλίες των πρατηρίων. Σε πρατήρια υπό τον έλεγχο της οργάνωσης, οι αντλίες ήταν εξοπλισμένες με μη εξουσιοδοτημένα λογισμικά. Το πλέον χαρακτηριστικό λογισμικό είχε την κωδική ονομασία «Solitaire», μιμούμενο το γνωστό παιχνίδι πασιέντζας. Με έναν ειδικό συνδυασμό πλήκτρων, άνοιγε ένα κρυφό μενού, μέσω του οποίου πραγματοποιούνταν ελλειμματικές παραδόσεις καυσίμων, φτάνοντας έως και το 25% της ζητούμενης ποσότητας. Αυτό σημαίνει ότι οι καταναλωτές πλήρωναν για καύσιμο που ποτέ δεν λάμβαναν, ενώ τα δεδομένα που αποστέλλονταν στην ΑΑΔΕ ήταν αλλοιωμένα ή ανύπαρκτα, καθιστώντας την απάτη δύσκολα ανιχνεύσιμη.
Το Πεπλο και οι Συλλήψεις
Η επιχείρηση των αρχών ήταν συντονισμένη και ολοκληρωμένη, οδηγώντας στην αποκάλυψη του πλήρους εύρους της παράνομης δραστηριότητας. Κατά τις έρευνες, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν εντυπωσιακές ποσότητες και υλικά:
- 154.000 λίτρα ναυτικού πετρελαίου, τα οποία πιθανότατα προορίζονταν για παράνομη διάθεση στην αγορά.
- 89.000 λίτρα ελαίου και 3.500 λίτρα πετρελαίου κίνησης, μαζί με 4.480 λίτρα άγνωστου μίγματος, ενδεικτικά της νοθείας.
- Περίπου 800.000 ευρώ σε μετρητά, υπογραμμίζοντας τα τεράστια παράνομα κέρδη.
- Δεκάδες οχήματα, παλετοδεξαμενές και ειδικός εξοπλισμός για τις παρεμβάσεις στο σύστημα εισροών-εκροών.
- Ένα πυροβόλο όπλο με 46 φυσίγγια, ενδεικτικό της εγκληματικής φύσης της οργάνωσης.
Συνολικά, συνελήφθησαν 22 άτομα, περιλαμβανομένου του φερόμενου αρχηγού και των επικεφαλής των δύο επιχειρησιακών βραχιόνων. Επιπλέον, οκτώ άτομα κατηγορούνται χωρίς να έχουν συλληφθεί, καθώς η έρευνα συνεχίζεται. Οι διώξεις που απαγγέλθηκαν είναι σοβαρές και περιλαμβάνουν: συγκρότηση εγκληματικής οργάνωσης, λαθρεμπορία, απάτη, πλαστογραφία, νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες (ξέπλυμα χρήματος), παραβάσεις της φορολογικής και τελωνειακής νομοθεσίας, καθώς και παράνομη οπλοκατοχή.
Παράλληλες Δραστηριότητες και το “Πλυντήριο” Χρημάτων
Πέρα από την κύρια δράση τους, μέλη του δικτύου εμπλέκονταν και σε μια παράλληλη, εξίσου παράνομη δραστηριότητα: την πώληση ναυτιλιακού πετρελαίου ως πετρελαίου θέρμανσης σε κατοικίες της Αττικής. Αυτές οι πωλήσεις γίνονταν χωρίς παραστατικά, σε τιμές κάτω της αγοράς και χωρίς φορολογικά στοιχεία. Μόνο σε διάστημα ενός μήνα, καταγράφηκαν 29 τέτοιες παράνομες παραγγελίες, αναδεικνύοντας ένα ακόμα πεδίο οικονομικής εγκληματικότητας.
Όπως σχολιάστηκε από την ΕΛ.ΑΣ., πρόκειται για ένα “καίριο πλήγμα” σε μια οργανωμένη αγορά νοθείας και λαθρεμπορίου που ζημιώνει πολλαπλά: τους καταναλωτές (με νοθευμένα και ελλιπή καύσιμα), τα οχήματα (προκαλώντας φθορές) και, κυρίως, το Δημόσιο (στερώντας πολύτιμους πόρους). Η ΑΑΔΕ επισήμανε ότι η επιτυχία αυτή οφείλεται στην εξαντλητική ανάλυση χιλιάδων ψηφιακών δεδομένων από αντλίες και δεξαμενές, στοιχείο που υπογραμμίζει την αφοσίωση στην ψηφιακή παρακολούθηση και την επιχειρησιακή νοημοσύνη (business intelligence) για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής.
Οι ελληνικές αρχές συνεργάζονται πλέον στενά με ομολόγους τους σε χώρες όπως Ρουμανία, Βουλγαρία, Πολωνία και Αλβανία, με στόχο την πλήρη χαρτογράφηση του διεθνούς αποτυπώματος του κυκλώματος και τον εντοπισμό τυχόν δευτερευόντων πυρήνων. Εκτιμάται ότι πάνω από 30.000 οχήματα ανεφοδιάστηκαν με λαθραίο, νοθευμένο ή ελλιπές καύσιμο, με ανυπολόγιστες συνέπειες.
Τέλος, τα παράνομα κέρδη από αυτή την εκτεταμένη εγκληματική δραστηριότητα δεν κατέληγαν απλώς σε προσωπικούς λογαριασμούς. Αντιθέτως, επανεπενδύονταν στην αγορά νέων πρατηρίων, καταστημάτων εστίασης και άλλων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, λειτουργώντας ως ένα τεράστιο «πλυντήριο» χρημάτων και ταυτόχρονα ως μηχανισμός διεύρυνσης του ήδη εκτεταμένου δικτύου. Η εξάρθρωση αυτή αποτελεί ένα σημαντικό μήνυμα κατά του οργανωμένου οικονομικού εγκλήματος στην Ελλάδα.