Σε μία συγκλονιστική εξομολόγηση που ρίχνει φως σε προσωπικές πτυχές της ζωής της, η ηθοποιός Άριελ Κωνσταντινίδη άνοιξε την καρδιά της για τα δύσκολα παιδικά της χρόνια και τις προκλήσεις που αντιμετώπισε δίπλα στη μητέρα της. Η συνέντευξή της στην εφημερίδα “On Time Σαββατοκύριακο” και τη δημοσιογράφο Σίσσυ Μενεγάτου αναδεικνύει τις συνέπειες των ψυχικών διαταραχών εντός της οικογένειας και τον αντίκτυπό τους στην ψυχοσύνθεση ενός παιδιού.
Το βαρύ φορτίο της παιδικής ηλικίας: “Ένιωθα ορφανή”
Η Άριελ Κωνσταντινίδη, με ειλικρίνεια και συγκίνηση, αναφέρθηκε σε μια προηγούμενη δήλωσή της, η οποία αποτυπώνει ανάγλυφα την ψυχική της κατάσταση ως παιδί: “Από μικρή ένιωθα ότι δεν ανήκω σε κανέναν, ότι είμαι ορφανή”. Μία φράση που, όπως εξηγεί, πηγάζει από την έλλειψη συναισθηματικής ασφάλειας και το χαοτικό οικογενειακό περιβάλλον.
«Όταν δεν έχεις συναισθηματική ασφάλεια από τη μαμά σου και όταν στο περιβάλλον σου υπάρχει χάος, αυτό νιώθεις», δήλωσε χαρακτηριστικά, υπογραμμίζοντας τη βαθιά ανάγκη κάθε παιδιού για σταθερότητα και συναισθηματική υποστήριξη.
Η «μάχη» με τις ψυχικές διαταραχές: Ναρκισσισμός και μανιοκατάθλιψη
Η ηθοποιός δεν δίστασε να αναφερθεί στις ψυχικές παθήσεις που βάραιναν την οικογένειά της. Όπως αποκάλυψε, ο πατέρας της έπασχε από μανιοκατάθλιψη, ένα χρόνιο νόσημα που επηρεάζει σημαντικά τη διάθεση και τη συμπεριφορά. Ωστόσο, το επίκεντρο της εξομολόγησής της ήταν η μητέρα της.
«Ναι. Η μητέρα μου είχε ψυχική διαταραχή και πολλά άλλα μαζί, αλλά δεν τα ξέρω γιατί δεν είχε γίνει επίσημη διάγνωση. Εκ των πραγμάτων και με συγκεκριμένες συμπεριφορές της αυτό συνέβαινε», δήλωσε, επιβεβαιώνοντας ουσιαστικά την εκτίμηση περί «συνδρόμου του νάρκισσου», όπως της τέθηκε από τη δημοσιογράφο. Ο ναρκισσισμός ως διαταραχή προσωπικότητας, χαρακτηρίζεται από το υπερβολικό αίσθημα αυτοσημασίας, την ανάγκη για θαυμασμό και την έλλειψη ενσυναίσθησης. Συχνά, οι πάσχοντες επιζητούν να είναι το επίκεντρο της προσοχής, ακόμη και εις βάρος των αγαπημένων τους προσώπων.
Η καταπίεση και ο ανταγωνισμός από τη μητρική φιγούρα
Η ζωή με μια μητέρα που παρουσίαζε τέτοια χαρακτηριστικά ήταν, όπως περιγράφει η Άριελ Κωνσταντινίδη, «πάρα πολύ καταπιεστική». Αντίθετα με την κοινή αντίληψη ότι η μητέρα της την ώθησε στα καλλιτεχνικά, η ηθοποιός διευκρίνισε ότι η ενασχόλησή της με το θέατρο ήταν η δική της διέξοδος. «Αυτό ήταν η διέξοδός μου, ήταν ο κόσμος που είχα δημιουργήσει για να έχω παρέα, για να ανήκω κάπου», τόνισε, αναδεικνύοντας τον τρόπο με τον οποίο η τέχνη έγινε καταφύγιο.
Επιπλέον, η μητέρα της παρουσίαζε ένα είδος ανταγωνιστικής συμπεριφοράς, αν και – όπως εκτίμησε η Άριελ – αυτό συνέβαινε ασυνείδητα. «Απλώς ένιωθε ότι από τη μία με χάνει και ότι η ίδια δεν υπάρχει. Όταν αρρώσταινε, δημιουργούσε καταστάσεις τέτοιες ώστε να με κάνει να φεύγω, να παραιτούμαι», εξήγησε, περιγράφοντας έναν κύκλο συμπεριφορών που ουσιαστικά γίνονταν τροχοπέδη σε κάθε θετική εξέλιξη της ζωής της.
«Είτε περνούσα καλά, σε παρέες με φίλους, είτε με διασκέδαζε κάτι ή όταν ήθελα κάτι να κάνω, δεν μπορούσα, γιατί έπειτα από λίγο ήθελε να με αποσπάσει από εκεί. Ήθελε να υπάρχω, να αναπνέω μόνο για εκείνη, όσο εκείνη μου το επέτρεπε. Είναι πολύ δύσκολη ψυχική διαταραχή αυτή. Είναι τρομερό και δεν υπήρχε κανείς να της βάλει φρένο», κατέληξε η ηθοποιός, αναδεικνύοντας την απόγνωση και την απουσία υποστήριξης σε ένα τόσο σύνθετο οικογενειακό πλαίσιο.
Η εξομολόγηση της Άριελ Κωνσταντινίδη αποτελεί μια σημαντική μαρτυρία για τις επιπτώσεις των ψυχικών διαταραχών στο οικογενειακό περιβάλλον και την ανάγκη για κατανόηση, υποστήριξη και, κυρίως, την έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση τέτοιων προβλημάτων. Η διαφάνεια με την οποία μιλάει, συμβάλλει στην αποστιγματοποίηση των ψυχικών νοσημάτων και ενθαρρύνει τον διάλογο γύρω από ευαίσθητα κοινωνικά ζητήματα.
Δείτε επίσης! Άριελ Κωνσταντινίδη: Αποκάλυψε το ιδιαίτερο όνομα που θα δώσει στην κόρη της – “Θα βαφτιστεί μαζί με τα δύο μου αγόρια”