Οι υπερβολικές αυξήσεις στις τιμές των εταιρικών αυτοκινήτων οδήγησαν πολλούς υπαλλήλους να πληρώνουν φόρο για μικρά οχήματα.
Τα εταιρικά αυτοκίνητα αποτελούν εδώ και πολλά χρόνια την κινητήρια δύναμη της ελληνικής αγοράς νέων αυτοκινήτων, καθώς αντιπροσωπεύουν πάνω από 60% των πωλήσεων.
Ωστόσο, οι δυσκολίες που προέκυψαν τα τελευταία χρόνια, όπως ο κορωνοϊός, η έλλειψη ημιαγωγών και άλλα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα, ανάγκασαν τα εργοστάσια να αυξήσουν τις τιμές τους, με αποτέλεσμα οι λιανικές τιμές προ-φόρων να μην έχουν σχέση με προηγούμενες διετίες.
Το πρόβλημα αυτό έχει φέρει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων την αλλαγή του τρόπου φορολόγησης των εταιρικών αυτοκινήτων. Η υπερβολική αύξηση των τιμών έχει οδηγήσει πολλούς κατόχους εταιρικών οχημάτων να υπερφορολογούνται και να επιβαρύνονται με υπερβολικά ποσά κατά την εκκαθάριση της φορολογικής δήλωσης τους.
Η πολιτική ηγεσία του ΥΠΟΙΚ εξετάζει την αύξηση του αφορολόγητου ορίου για αυτοκίνητα πωλητών ή εκείνων που έχουν θέση με όχημα από 17.000 ευρώ σε 20.000 ευρώ, καθώς και την αλλαγή του τρόπου υπολογισμού της φορολογητέας αξίας της παραχώρησης οχήματος.
Επίσης, υπάρχουν φορολογικά κίνητρα για τις επιχειρήσεις που αποκτούν μέσω χρηματοδότησης αυτοκίνητα με χαμηλές εκπομπές ρύπων.
Οι εταιρείες leasing και οι εγχώριες εισαγωγικές εταιρείες έχουν ήδη επισημάνει το πρόβλημα αυτό στην κυβερνητική ηγεσία και αναμένεται να δοθούν λύσεις. Τα φορολογικά κίνητρα για τις επιχειρήσεις που αποκτούν αυτοκίνητα με Λιανική Τιμή Προ Φόρων έως 40.000 ευρώ και εκπομπές CO2 έως 50 γρ./χλμ. επιβαρύνουν λιγότερο τους χρήστες των αυτοκινήτων αυτών.
Η φορολογία μειώνεται μετά τα τρία χρόνια κατά 10% για οχήματα ηλικίας 3-5 ετών, 25% για οχήματα ηλικίας 6-9 ετών και 50% για οχήματα ηλικίας άνω των 10 ετών.